
Μέσα στόν ἄνθρωπο γίνεται μιά «μάχη» μεταξύ «μνήμης» καί «λήθης». Τά ὅσα βλέπουμε, ἀκοῦμε καί μαθαίνουμε, τά ὅσα γεγονότα ζοῦμε παραμένουν γιά λίγο στήν μνήμη, καί ὕστερα ἀπό ἕνα διάστημα τά περισσότερα περνᾶνε στήν λήθη, παραμένει, ὅμως, μιά αἴσθηση τῶν πραγμάτων καί ἔτσι ἀναπτύσσεται ἡ πείρα πού ἀποκτοῦμε.
Ἡ ἱστορία ἀποτελεῖται ἀπό περιστατικά πού παραμένουν στήν μνήμη τῶν ἀνθρώπων, ἡ δέ ἑρμηνεία τῆς ἱστορίας θά εἶχε ἀξία ἄν τά γεγονότα ἀπό τήν λήθη ἔρχονταν μέ τήν ἀνάμνηση στήν μνήμη.
Ὅταν προσέξουμε τήν ζωή μας θά δοῦμε ὅτι ἡ πείρα πού ἔχουμε συγκροτεῖται ἀπό πολλές μνῆμες καί ἀναμνήσεις, ἀνθρώπων, γεγονότων καί καταστάσεων. Αὐτά ἐν πολλοῖς καθορίζουν τήν ζωή μας.
* * *
Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἦταν ἕνας αὐθόρμητος ἄνθρωπος, ἐνθουσιώδης, εὐφυής, καί γεμάτος ἀπό ἀγάπη πρός τόν Χριστό, τήν Παναγία, καί τούς ἁγίους, ἀλλά καί πρός τό ποίμνιο πού τοῦ χάρισε ὁ Θεός διά τῆς Ἐκκλησίας. Γνώριζε πολύ καλά τήν ἀποστολή τοῦ Κληρικοῦ καί ἰδιαιτέρως τοῦ Ἐπισκόπου καί ἦταν ὁλόκληρος μιά φλόγα, ἕνα φῶς, καί μιά φωτιά.
* * *

Φαίνεται καθαρά ὅτι ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἦταν ἁπλός καί μεγάλος, ταπεινός καί ὑψιπέτης ἀετός, ἕνας ταπεινός Ἱερεύς τοῦ χωριοῦ, ἀλλά καί ἕνα λαμπρός ἀσκητής καί πνευματικός πατέρας ὑψηλῶν προδιαγραφῶν. ∆έν εἶχε ἐπάνω του τίποτε εὐσεβιστικό, ἠθικιστικό, ἀλλά ἦταν ἕνας ὀρθόδοξος ποιμένας καί Ἐπίσκοπος.
Ἐκεῖνο πού θά διαπιστώση ὁ ἀναγνώστης ἀπό τήν ἀνάγνωση τοῦ βιβλίου αὐτοῦ εἶναι ὅτι σέ ὅλες τίς ἐνέργειες τοῦ ἁγίου Καλλινίκου φαίνεται ἡ φωτιά τῆς πίστεως καί τῆς ἀγάπης του, ἀλλά κυρίως ἡ φλόγα τῆς Πεντηκοστῆς. Ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι εἰς τύπον τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τόν περιγράφουν τά ἱερά Εὐαγγέλια καί ἡ ὅλη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί διάδοχος τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Ὁ τρόπος πού πλησίαζε τούς ἀνθρώπους καί τούς δίδασκε ἤ καί παρηγοροῦσε ἦταν ὁ τρόπος πού πλησίαζε τούς ἀνθρώπους ὁ Χριστός καί οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι.
* * *
Ὁ ἅγιος Καλλίνικος πῆγε στήν πόλη τῆς Ἐδέσσης, τῆς ἕδρας, καί σέ ὅλη τήν Μητρόπολη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας ὡς μιά λαμπάδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μεταφέροντας τόν φωτισμό καί τήν ἐμπειρία τῆς Πεντηκοστῆς καί ὅσοι τόν δέχθηκαν καί τόν ἀγάπησαν αἰσθάνθηκαν αὐτήν τήν δύναμη καί τήν φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἐκινεῖτο μεταξύ μας, στόν Ναό, τήν θεία Λειτουργία, τά Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, στούς δρόμους, στά σπίτια, στά Σχολεῖα, στά Ἱδρύματα ὡς ἕνας πυρφόρος ἄνθρωπος, ὡς ἕνας φλογερός Ἐπίσκοπος, ὡς μιά ζωντανή ἀναμμένη λαμπάδα τῆς Πεντηκοστῆς, ὡς ἕνας Ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ, γεμάτος φῶς καί ζωή, ὡς ἕνας φωτεινός ἄγγελος Κυρίου.
Ζητᾶμε τίς πρεσβεῖες του στόν Χριστό τόν Ὁποῖο ἀγάπησε πολύ γιά μᾶς πού μᾶς ἀγάπησε καί τόν ἀγαπήσαμε.
ἀπόσπασμα ἀπό τήν Εἰσαγωγή