Ἐνώπιον τοῦ θανάτου

   

Ἡ ἀσθένεια ἀπό θεολογικῆς πλευρᾶς

Οἱ ἅ­γιοι καί ἡ ἀ­σθέ­νεια

Ἡ ἀ­σθέ­νεια εἶ­ναι κοι­νός κλῆ­ρος ὅ­λων τῶν ἀν­θρώ­πων, ἀν­δρῶν καί γυ­ναι­κῶν, νέ­ων καί ἡ­λι­κι­ω­μέ­νων, ἁ­μαρ­τω­λῶν καί ἁ­γί­ων, για­τί συν­δέ­ον­ται μέ τούς δερ­μα­τί­νους χι­τῶ­νες τῆς φθαρ­τό­τη­τος καί τῆς θνη­τό­τη­τος, τούς ὁποί­ους ὅ­λοι κλη­ρο­νο­μοῦ­με.
Δέν θά ἀ­να­λυ­θῆ ἐ­δῶ ἡ ἀ­σθέ­νεια ἀ­πό πλευ­ρᾶς βιο­λο­­γικῆς, ἀλ­λά μό­νον πρέ­πει νά ὑ­πο­γραμ­μι­σθῆ ὅ­τι ἡ πρό­ο­δος τῆς μοριακῆς βιο­λο­γί­ας ἔ­χει ἀ­πο­δεί­ξει ὅ­τι με­τα­ξύ τῶν γο­νι­δί­ων ὑ­πάρ­χει μιά ὁ­μά­δα γο­νι­δί­ων πού εἶ­ναι ὑ­πεύ­­­θυ­να γιά τίς ἀ­σθέ­νει­ες, καί μιά ἄλ­λη ὁ­μά­δα γο­νι­δίων, τά ὁ­ποῖ­α εἶ­ναι ὑ­πεύ­θυ­να γιά τό γῆ­ρας.

Πα­ρα­κά­μπτο­ν­τας αὐ­τό τό θέ­μα θά ἀ­να­φέ­ρω στήν συ­νέ­χεια δύ­ο πε­ρι­πτώ­σεις ἁ­γί­ων, πού ἀ­ν­τι­με­τώ­πι­σαν τήν ἀ­σθέ­νεια καί θά δοῦ­με τί λέ­γουν γιά αὐ­τήν.

Ὁ ἕ­νας εἶ­ναι ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος, πού ἔ­πα­σχε ἀ­πό μιά ἀ­σθέ­νεια καί πα­ρα­κά­λε­σε τόν Χρι­στό νά τόν ἀ­παλ­λά­ξη ἀ­πό αὐ­τήν καί ὁ Χρι­στός δέν ἱ­κα­νο­ποί­η­σε τό αἴ­τη­μά του, ὅ­πως κα­τα­γρά­φε­ται στήν Β΄ πρός Κο­ριν­θί­ους Ἐ­πι­­­στο­λή του.

   

Ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος ὁ­μι­λεῖ γιά τίς με­γά­λες ἀ­πο­κα­λύ­ψεις πού τοῦ δό­θη­καν ἀ­πό τόν Θεό, ἀλ­λά καί γιά τό ὅ­τι, συγ­χρό­νως, ἀ­πό τόν Θεό τοῦ δό­θη­κε «σκό­λοψ τῇ σαρ­κί» γιά νά τόν κο­λα­φί­ζη, γιά νά μή ὑ­πε­ρη­φα­νεύ­ε­ται. Οἱ ἑρ­μη­νευ­τές, ἀ­να­φε­ρό­με­νοι στόν σκό­λο­πα τῆς σαρ­κός, λέ­γουν ὅ­τι κα­τά πᾶ­σαν πι­θα­νό­τη­τα πρό­κει­ται γιά μιά ἀ­σθέ­νεια, καί ὑ­πο­θέ­τουν, χωρίς νά γνωρίζουμε ἐπακρι­βῶς, ὅ­τι ἦ­ταν κε­φα­λαλ­γί­ες ἤ ἀ­σθέ­νεια τῶν ὀ­φθαλ­μῶν.

Γιά τήν ἀ­σθέ­νεια αὐ­τή πα­ρα­κά­λε­σε ὁ Ἀ­πό­στο­λος τόν Χρι­στό τρεῖς φο­ρές νά τόν ἀ­παλ­λά­ξη, ἀλ­λά Ἐ­κεῖ­νος μέ ἕ­ναν ἀ­πο­κα­λυ­πτι­κό τρό­πο τοῦ εἶ­πε: «ἀρ­κεῖ σοι ἡ χά­ρις μου· ἡ γάρ δύ­να­μίς μου ἐν ἀ­σθε­νεί­ᾳ τε­λειοῦ­ται». Καί με­τά τήν δια­βε­βαί­ω­ση τοῦ Χρι­στοῦ, ὁ ἴ­διος ὁ Ἀ­πό­στο­λος ὁ­μο­λο­γεῖ: «Ἥ­δι­στα οὖν μᾶλ­λον καυ­χή­σο­μαι ἐν ταῖς ἀ­σθε­νεί­αις μου, ἵ­να ἐ­πι­σκη­νώ­σῃ ἐπ’ ἐ­μέ ἡ δύ­να­μις τοῦ Χρι­στοῦ». Ἐ­δῶ μπο­ρεῖ νά ὑ­πο­γραμ­μι­σθῆ τό «ἥ­δι­στα», πού ση­μαί­νει εὐ­χάριστα, καί δη­λώ­νει ὅ­τι ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος μέ εὐχαρίστηση καυ­χᾶ­ται ὄ­χι γιά τίς ἀ­πο­κα­λύ­ψεις πού ἀ­ξι­ώ­θη­κε ἀ­πό τόν Θεό, ἀλ­λά γιά τίς ἀ­σθέ­νει­ές του, για­τί ἔ­τσι θά κα­τοι­κή­ση μέ­σα του ἡ δύ­να­μη τοῦ Χρι­στοῦ. Μά­λι­στα γρά­φει: «εὐ­δο­κῶ ἐν ἀ­σθε­νεί­αις», δη­λα­δή εὐ­φραί­νο­μαι στίς ἀ­σθέ­νει­ες, για­τί «ὅ­ταν ἀ­σθε­νῶ τό­τε δυ­να­τός εἰ­μι» (Β΄ Κορ. ιβ΄, 7-10).

Ἐ­δῶ φαί­νε­ται ὅ­τι ἡ ἀ­σθέ­νεια ἐ­πι­τρέ­πε­ται ἀ­πό τόν Θεό, ἀφ’ ἑ­νός μέν γιά νά κρα­τᾶ τόν Ἀ­πό­στο­λο Παῦ­λο σέ μιά κα­τά­στα­ση τα­πει­νώ­σε­ως, νά μήν ὑ­πε­ρη­φα­νεύ­ε­ται, ἀφ’ ἑ­τέ­ρου δέ καί γιά νά φα­νῆ ἡ δύ­να­μη τοῦ Χρι­στοῦ, ἀ­πό τήν ἄ­πο­ψη ὅ­τι τό ἔρ­γο, πού ἐ­πι­τε­λεῖ­ται μέ τό­σα θαυ­μα­στά ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τα ἀ­πό ἕ­ναν ἀ­σθε­νῆ ἄν­θρω­πο, ὀ­φεί­λε­ται στήν Χά­ρη τοῦ Θεοῦ καί ὄ­χι στίς ἀν­θρώ­πι­νες δυ­νά­μεις. Καί τό ση­μα­ν­τι­κό εἶ­ναι ὅ­τι ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος ὄ­χι μό­νον ὑ­πο­μέ­νει τήν ἀ­σθέ­νεια, ἀλ­λά χαί­ρε­ται καί εὐ­χα­ρι­στεῖ­ται γι’ αὐ­τήν, ἐ­πει­δή τόν δια­βε­βαί­ω­σε ὁ Χρι­στός.

   

Ὁ ἄλ­λος ἅ­γιος πού δο­κι­μά­σθη­κε ἀ­πό με­γά­λες ἀ­σθέ­νει­ες εἶ­ναι ὁ Μέγας Βα­σί­λειος, ὁ ὁ­ποῖ­ος συγ­χρό­νως σπού­­δα­σε καί τήν ἰ­α­τρι­κή ἐ­πι­στή­μη. Τό πό­σο τα­λαι­πω­ρή­θη­κε ἀ­πό τίς ἀ­σθέ­νει­ές του φαί­νε­ται στίς ἐ­πι­στο­λές του. Θά ἀ­πο­σπα­σθοῦν με­ρι­κά τμή­μα­τα ἀ­πό αὐ­τές γιά νά φα­νῆ τό πό­σο δο­κι­μά­σθη­κε ἀ­πό ἀ­σθέ­νει­ες ἀ­πό τίς ὁ­ποῖ­ες κοι­μή­θη­κε σέ ἡ­λι­κί­α 49 ἐ­τῶν.
Κά­νει λό­γο γιά τό σῶ­μα πού πο­νά­ει «ὑ­πό μα­κρᾶς ἀ­σθε­­νεί­ας». Ἀ­να­φέ­ρε­ται σέ «νό­σους ἐ­παλ­λή­λους» πού τόν τα­λαι­πω­ροῦν μα­ζί μέ ἄλ­λα προ­βλή­μα­τα. Ἐ­νη­με­ρώ­νει τόν πα­ρα­λή­πτη ὅ­τι δέν ἀ­πή­ν­τη­σε σέ γράμ­μα πού τοῦ ἔ­στει­λε, για­τί ἀ­πα­σχο­λή­θη­κε «ὑ­πό τῆς ἀρ­ρω­στί­ας τῆς μα­κρᾶς καί ἐ­πι­κιν­δύ­νου». Σέ ἄλ­λη ἐ­πι­στο­λή του, τήν ὁ­ποί­α γρά­φει με­ρι­κές ἑ­βδο­μά­δες με­τά τό Πά­σχα, ἐ­νη­με­ρώ­νει τόν πα­ρα­λή­πτη του ὅ­τι ἀ­πό τήν ἡ­μέ­ρα τοῦ Πά­σχα μέ­χρι τό­τε πού ἔ­γρα­ψε τήν ἐ­πι­στο­λή, δέν τόν ἀ­φή­νουν νά ση­κώ­ση κε­φά­λι «πυ­ρε­τοί καί διάρ­ροιαι καί σπλά­γχνων ἐ­πα­να­στά­σεις, ὥ­σπερ κύμ­μα­τά με ἐ­πι­βα­πτί­ζο­ν­τα».

Σέ ἄλ­λη ἐ­πι­στο­λή του ἀ­να­φέ­ρε­ται σέ σω­μα­τι­κή ἀρ­ρώ­στια, πού τόν κρα­τοῦ­σε δε­μέ­νο στό κρε­ββά­τι γιά πε­νή­ν­τα ἡμέ­ρες καί δέν μπο­ροῦ­σε νά γυ­ρί­ση ἀ­πό τό ἄλ­λο πλευ­ρό. Ὁ πυ­ρε­τός τόν εἶ­χε λυ­ώ­σει καί τοῦ ἔ­φε­ρε μα­ρα­σμό καί τε­λεί­α ἐ­ξα­σθέ­νη­ση. Με­τά τόν πυ­ρε­τό ἐμ­φα­νί­σθη­κε ἡ πα­λαιά του πλη­γή, δη­λα­δή ἀ­σθέ­νεια τοῦ ἥ­πα­τος, πού τόν ἀ­πέ­κλει­σε ἀ­πό τήν τρο­φή, ἀ­πο­μά­κρυ­νε τόν ὕ­πνο ἀ­πό τούς ὀ­φθαλ­μούς, τόν κρά­τη­σε στά ὅ­ρια με­τα­ξύ ζω­ῆς καί θα­νά­του, καί τοῦ ἐ­πέ­τρε­πε νά ζῆ τό­σο, ὅ­σο νά αἰ­σθά­νε­ται τίς δυ­σχέ­ρει­ες. Καί­τοι χρη­σι­μο­ποί­η­σε τά θερ­μά λου­τρά καί τήν ἐ­πι­μέ­λεια τῶν ἰ­α­τρῶν, ὅ­λα αὐ­τά νι­κή­θη­καν ἀ­πό τήν ἀ­σθέ­νεια, τήν ὁ­ποί­α, ἄν κα­νείς ἔ­χη συ­νη­θί­σει, μπο­ρεῖ νά τήν ὑ­πο­φέ­ρη, ἄν ὅ­μως αὐ­τή προ­σπέ­ση ἀ­προ­ει­δο­ποί­η­τα, κα­νείς δέν εἶ­ναι τό­σο ἀ­δα­μά­ν­τι­νος γιά νά τήν ἀ­ν­τέ­ξη.

Ἀλ­λοῦ κά­νει λό­γο γιά τήν ἐ­πι­στρο­φή τῶν ἀ­σθε­νει­ῶν του καί λό­γῳ αὐ­τῶν κα­τά­κει­ται στήν κλί­νη του, συ­γκρα­τού­με­νος στήν ζω­ή ἀ­πό μιά ἐ­λά­χι­στη δύ­να­μη καί ἀ­να­­­μένο­ν­τας «ἐ­φ’ ἑ­κά­στης ὥ­ρας τό ἀ­να­γκαῖ­ον πέ­ρας τῆς ζω­ῆς».
Γε­νι­κά, ὁ Μέγας Βα­σί­λειος εἶ­χε πρό­βλη­μα μέ τό σῶ­μα του καί τίς ἀ­σθέ­νει­ές του, γι’ αὐ­τό σέ ἄλ­λη ἐ­πι­στο­λή γρά­φει ὅ­τι τό σῶ­μα του συ­νε­τρί­βη ἀ­πό τίς πε­ριο­δεῖ­ες του στόν Πό­ν­το καί συ­νέ­χε­ται ἀ­πό δυ­σβά­στα­κτη ἀ­σθέ­νεια. Καί ἀλ­λοῦ γρά­φει ὅ­τι τόν ἐ­γκα­τέ­λει­ψε τε­λεί­ως τό σῶ­μα του καί δέν μπο­ρεῖ νά ὑ­πο­φέ­ρη χω­ρίς λύ­πη οὔ­τε καί τίς μι­κρό­τε­ρες κι­νή­σεις. Καί μά­λι­στα ἐ­πει­δή τόν δια­δέ­χο­ν­ται «ἀρ­ρω­στί­αι ἐξ ἀρ­ρω­στι­ῶν», γι’ αὐ­τό ζη­τᾶ ἀ­πό τόν πα­ρα­λή­πτη τῆς ἐ­πι­στο­λῆς νά προ­σευ­χη­θῆ στόν Θεό νά τόν ἀ­παλ­λά­ξη «τοῦ φορ­τι­κοῦ τού­του σώ­μα­τος».

Ἀ­πό τά δύ­ο αὐ­τά πα­ρα­δείγ­μα­τα φαί­νε­ται ὅ­τι καί οἱ ἅ­γιοι τα­λαι­πω­ροῦ­ν­ται ἀ­πό ἀ­σθέ­νει­ες, πού εἶ­ναι φυ­σι­κές κα­τα­στά­σεις γιά τόν ἄν­θρω­πο με­τά τήν πτώ­ση, ἀλ­λά γνω­­ρί­ζουν τόν τρό­πο μέ τόν ὁ­ποῖ­ο μπο­ροῦν νά τίς ἀ­ν­τι­με­­­τω­πί­σουν.


Ἡ ἀ­ν­τι­με­τώ­πι­ση τῶν ἀ­σθε­νει­ῶν

Ἡ ἀ­σθέ­νεια εἶ­ναι, με­τά τήν πτώ­ση, φυ­σι­κή κα­τά­στα­ση στόν ἄν­θρω­πο καί ὅ­λοι θά δε­χθοῦν τίς ἀ­ραι­ές ἤ συ­χνές ἐ­πι­σκέ­ψεις της. Τό ση­μα­ν­τι­κό, ὅ­μως, εἶ­ναι τό πῶς ὁ ἄν­θρω­πος ἀ­ν­τι­με­τω­πί­ζει τίς ἀ­σθέ­νει­ες. Αὐ­τό ἔ­χει με­γα­λύ­τε­ρη σημασία. Ὁ τρό­πος μέ τόν ὁ­ποῖ­ον ἀ­ν­τι­με­τω­πί­ζει ὁ ἄν­θρω­πος τήν ἀ­σθέ­νεια, ἀφ’ ἑ­νός μέν δεί­χνει τήν ἐ­σω­τε­ρι­κή του κα­τά­στα­ση, ἀφ’ ἑ­τέ­ρου δέ τόν ὁ­δη­γεῖ στήν ψυ­χι­κή πνευ­μα­τι­κή ὑ­γεί­α.

Στήν συ­νέ­χεια θά πα­ρα­θέ­σω ὁρισμένες δι­δα­σκα­λί­ες τῶν ἁ­γί­ων Πα­τέ­ρων τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας γιά τό θέ­μα αὐ­τό.

Οἱ ἅ­γιοι Πα­τέ­ρες δέν μᾶς ἐ­μπο­δί­ζουν νά προ­στρέ­χου­με στούς ἰ­α­τρούς καί νά δε­χό­μα­στε θε­ρα­πεί­α μέ φάρ­μα­κα, ἀλ­λά καί δέν ἀ­πο­λυ­το­ποιοῦν αὐ­τήν τήν ἀ­να­ζή­τη­ση. Ἄλ­λω­στε συμ­βαί­νει καί στήν πε­ρί­πτω­ση αὐ­τή ὅ,τι καί σέ ἄλ­λους το­μεῖς. Γιά πα­ρά­δειγ­μα, ἡ κο­σμι­κή ἐ­ξου­σί­α εἶ­ναι ἕ­να ἀ­να­γκαῖ­ο κα­κό, ἀ­φοῦ φέρ­νει μιά ἰ­σορ­ρο­πί­α στήν κοι­νω­νί­α καί δη­μιουρ­γεῖ τίς συν­θῆ­κες νά ζῆ κα­λά ὁ ἄν­θρω­πος, ἀλ­λά δέν ἱ­κα­νο­ποι­εῖ τόν με­γά­λο πό­θο τοῦ ἀν­θρώ­που. Οἱ τρο­φές βο­η­θοῦν τόν σω­μα­τι­κό ὀρ­γα­νι­σμό τοῦ ἀνθρώπου νά ἐ­πι­ζή­ση, ἀλ­λ’ ἀφ’ ἑ­νός μέν ἡ ἄ­κτι­στη ἐ­νέρ­γεια τοῦ Θεοῦ μᾶς ζω­ο­γο­νεῖ διά τῶν τρο­φῶν καί τῶν βι­τα­μι­νῶν, ἀφ’ ἑ­τέ­ρου δέ, ὅ­ταν ὁ ὀρ­γα­νι­σμός ἐ­ξα­ν­τλῆται καί ὁ­δη­γῆται ὁ ἄν­θρω­πος πρός τόν θά­να­το, δέν τόν ὠ­φε­λοῦν κα­θό­λου οἱ τρο­φές.
Κα­τά τόν ἴ­διο τρό­πο ἐ­νερ­γεῖ ὁ Θεός, διά τῶν ἰ­α­τρῶν, τῶν φαρ­μά­κων καί τῶν ἐμ­βο­λί­ων. Αὐ­τά προ­σφέ­ρουν μέν βο­ή­θεια, ἀλλά δέν ἐ­ξα­ν­τλεῖ­ται σέ αὐ­τά ἡ θε­ρα­πεί­α.

Ὁ ἅ­γιος Διά­δο­χος Φω­τι­κῆς λέ­γει ὅ­τι κα­τά τόν και­ρό τῶν ἀ­σθε­νει­ῶν δέν μᾶς ἐ­μπο­δί­ζει τί­πο­τε νά με­τα­κα­λοῦ­με τούς ἰ­α­τρούς, για­τί, ἐ­πει­δή ἐ­πρό­κει­το νά ἐμ­φα­νι­σθῆ ἡ ἰ­α­τρι­κή τέ­χνη ἀ­πό τήν ἀν­θρώ­πι­νη πεί­ρα, γι’ αὐ­τό καί προ­ϋ­πῆρ­χαν τά φάρ­μα­κα. Συ­νε­χί­ζει ὅ­μως: «πλήν οὐκ ἐ­χρῆν εἰς αὐ­τούς τήν ἐλ­πί­δα ἔ­χειν τῆς ἰ­ά­σε­ως, ἀλ­λ’ εἰς τόν ἀ­λη­θι­νόν ἡ­μῶν σω­τῆ­ρα καί ἰ­α­τρόν Ἰ­η­σοῦν Χρι­στόν».
Πα­ρά τήν χρη­σι­μο­ποί­η­ση τῶν ἰ­α­τρῶν καί τῶν φαρ­μά­κων ἡ ὅ­λη ἐ­μπι­στο­σύ­νη πρέ­πει νά δο­θῆ στόν Θεό καί νά πι­στεύ­ου­με στήν πρό­νοιά Του. Ἄλ­λω­στε, Αὐ­τός κα­τευ­θύ­νει τήν ἱ­στο­ρί­α καί τήν ζω­ή μας.

Βέ­βαια, ἡ ἀ­σθέ­νεια εἶ­ναι ἕ­να πα­ρά­σι­το στήν ζω­ή μας, εἶ­ναι μιά πα­ρά φύ­ση κα­τά­στα­ση. Ὁ Θεός δέν δη­μιούρ­γη­σε τόν ἄν­θρω­πο γιά νά ἀρ­ρω­σταί­νη καί νά πε­θαί­νη, ἀλ­λά τε­λι­κά ὁ Θεός ἐ­πι­τρέ­πει τήν ἀ­σθέ­νεια, για­τί μέ τόν τρό­πο της εὐ­ερ­γε­τεῖ τόν ἄν­θρω­πο.
Ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Σι­να­ΐ­της λέ­γει ὅ­τι ὑ­πάρ­χει ἀ­σθέ­νεια «διά κα­θα­ρι­σμόν πται­σμά­των» καί ὑ­πάρ­χει ἀ­σθέ­νεια «διά τό τα­πει­νω­θῆ­ναι τό φρό­νη­μα». Ὅ­ταν ὁ πα­νά­γα­θος Δε­σπό­της καί Κύ­ριος δῆ κά­ποιους νά εἶ­ναι ὀ­κνη­ροί στήν ἄ­σκη­ση, τό­τε τα­πει­νώ­νει τήν σάρ­κα «δι’ ἀ­σθε­νεί­ας, ὥ­σπερ δι’ ἀ­πο­νω­τέ­ρας ἀ­σκή­σε­ως».

Ἐ­κεῖ­νος πού αἰ­σθά­νε­ται τήν παι­δα­γω­γί­α τοῦ Θεοῦ διά τῶν ἀ­σθε­νει­ῶν, φθά­νει στό ση­μεῖ­ο νά κά­νη ὅ,τι ὁ ἀβ­βᾶς Κό­πρις, «ὅ­τι ἠ­σθέ­νει καί κλι­νή­ρης ἦν, καί ηὐ­χα­ρί­στει καί ἐ­κώ­λυ­ε τό ἴ­διον θέ­λη­μα».

Ὁ ἀβ­βᾶς Δω­ρό­θε­ος προ­τρέ­πει νά εὐ­χα­ρι­στοῦ­με «ἐ­πί τοῖς συμ­βαί­νου­σιν ἐν τῇ ἀ­σθε­νεί­ᾳ συ­μπτώ­μα­σι» σύμ­φω­να μέ τόν λό­γο: «πά­ν­τα τά ἐ­περ­χό­με­νά σοι ὡς ἀ­γα­θά προσ­δέ­χου», ὥ­στε «ὁ σκο­πός τῆς προ­νοί­ας εἰς εὐ­ά­ρε­στον αὐ­τῇ πλη­ρω­θῇ» σέ μᾶς.

Ἐπίσης λέ­γει ὅ­τι τό ἀ­κρι­βέ­στε­ρο καί ὠ­φε­λι­μό­τε­ρο εἶ­ναι ὁ ἄν­θρω­πος νά λέ­γη: «οὕ­τως οἶ­δεν ὁ Θεός ὅ­τι συμ­φέ­ρει τῇ ψυ­χῇ μου».

Ὅ,τι ἐ­πι­τρέ­πει ὁ Θεός εἶ­ναι κα­λό. Ὁ ἄν­θρω­πος δέν πρέ­πει νά ἀ­θυ­μῆ γιά ὅ­σα συμ­βαί­νουν, ἀλ­­λά ὅ­λα «ἐ­πί τήν πρό­νοιαν τοῦ Θεοῦ ἀ­να­φέ­ρειν καί ἀ­να­παύ­ε­σθαι».

Γι’ αὐ­τό ὁ ἀβ­βᾶς Δω­ρό­θε­ος συ­νι­στᾶ γιά τίς ἀ­σθέ­νει­ες: «Ἀν­δρί­ζου τοί­νυν καί κρα­ταιοῦ ἐν Κυ­ρί­ῳ καί τῇ πε­ρί σέ οἰ­­κο­νο­μί­ᾳ αὐ­τοῦ».
Ὁ ἀβ­βᾶς Ἰ­σα­άκ ὁ Σύ­ρος γρά­φει ὅ­τι ἐ­κεῖ­νος πού ἀρ­ρω­σταί­νει πρέ­πει νά λέ­γη: «μα­κά­ριος ὁ ἀ­ξι­ω­θείς ὑ­πό τοῦ Θεοῦ πει­ρα­σθῆ­ναι ἐν οἷς κλη­ρο­νο­μοῦ­μεν τήν ζω­ήν». Καί πρέ­πει νά μα­κα­ρί­ζη τόν ἑ­αυ­τό του, για­τί «τάς ἀρ­ρω­στί­ας διά τήν ὑ­γεί­αν τῆς ψυ­χῆς ἐ­πά­γει ὁ Θεός».

Ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης τῆς Κρον­στάν­δης δι­δά­σκει: «Οἱ ἀρ­­ρώ­στι­ες στά χέ­ρια τῆς θείας Πρό­νοιας εἶ­ναι πι­κρά φάρ­μα­κα, πού θε­ρα­πεύ­ουν τά ψυ­χι­κά πά­θη, τίς κα­κές συ­νή­θει­ες καί τίς ἀ­δυ­να­μί­ες». Καί ἄλ­λο­τε λέ­γει: «Εὐ­χα­ρι­στῶ τόν Κύ­ριο πού μοῦ ἔ­στει­λε τήν ἐ­πώ­δυ­νη ἀ­σθέ­νεια γιά τήν κά­θαρ­σι τῆς ἁ­μαρ­τω­λῆς μου ψυ­χῆς. Μέ ζω­ο­γο­νεῖ ἡ θεία Κοι­νω­νί­α».

Ἡ ἐ­μπι­στο­σύ­νη στήν πρό­νοια τοῦ Θεοῦ πρέ­πει νά συν­δε­θῆ μέ τήν ἀ­ν­τι­με­τώ­πι­ση τῆς ἀ­σθέ­νει­ας μέ ὑ­πο­μο­νή καί εὐ­χα­ρι­στί­α. Ὁ ἀ­σθε­νής δέν πρέ­πει νά ὀρ­γί­ζε­ται, οὔ­τε νά βα­ρυ­γκο­μᾶ.

Οἱ Πα­τέ­ρες θε­ω­ροῦν ὅ­τι ἡ ὑ­πο­μο­νή στίς ἀ­σθέ­νει­ες εἶ­­ναι μιά ἀ­κού­σια ἄ­σκη­ση τήν ὁποία ὅμως κάνει ἑκουσίως. Αὐ­τό ση­μαί­νει ὅ­τι ἡ ἄ­σκη­ση δια­κρί­νε­ται σέ ἑ­κού­σια, μέ νη­στεῖ­ες, ἀ­γρυ­πνί­ες κλπ., καί σέ ἀ­κού­σια, μέ τίς ἀ­σθέ­νει­ες καί διά­φο­ρες ἄλ­λες συμφορές καί ἀδικίες.

Ὁ ὅ­σιος Ἠ­λί­ας ὁ Πρε­σβύ­τε­ρος δι­δά­σκει ὅ­τι μα­ζί μέ τήν ἑ­κού­σια κα­κο­πά­θεια πρέ­πει νά δε­χό­μα­στε καί τήν ἀ­κού­σια κα­κο­πά­θεια, πού προ­έρ­χε­ται ἀ­πό τούς δαί­μο­νες, καί αὐ­τό γί­νε­ται μέ πολ­λά γε­γο­νό­τα, με­τα­ξύ τῶν ὁ­ποί­ων εἶ­ναι οἱ ἀ­σθέ­νει­ες. Ἐ­κεῖ­νος πού δέν δέ­χε­ται καί δέν ὑ­πο­μέ­νει αὐ­τήν τήν ἀ­κού­σια ἄ­σκη­ση, ὁ­μοιά­ζει μέ ἐ­κεῖ­νον πού θέ­λει νά τρώ­γη τόν ἄρ­το του μό­νον μέ μέ­λι καί ὄ­χι μέ ἁ­λά­τι.

Ὁ ἀβ­βᾶς Ἰ­ω­σήφ ὁ Θη­βαῖ­ος δί­νει με­γά­λη ση­μα­σί­α στήν ὑ­πο­μο­νή κα­τά τήν πε­ρί­ο­δο τῶν ἀ­σθε­νει­ῶν. Θε­ω­ρεῖ ἔ­ν­τι­μο ὅ­ταν ἀ­σθε­νῆ ὁ ἄν­θρω­πος «καί προ­στί­θε­ν­ται αὐ­τῷ πει­ρα­σμοί καί με­τ’ εὐ­χα­ρι­στί­ας δέ­χε­ται αὐ­τούς».
Κα­τά τήν ἀμ­μᾶ Συ­γκλη­τι­κή «ἡ με­γά­λη ἄ­σκη­σις» εἶ­ναι «τό ἐν ταῖς νό­σοις ἐ­γκαρ­τε­ρεῖν καί εὐ­χα­ρι­στη­ρί­ους ὕ­μνους ἀ­να­πέ­μπειν τῷ Θε­ῷ». Καί κα­τά τόν ἅ­γιο Διά­δο­χο τόν Φω­τι­κῆς ἡ ὑ­πο­μο­νή στίς ἀ­σθέ­νει­ες ἰ­σο­δυ­να­μεῖ μέ μαρ­τύ­ριο σέ και­ρό εἰ­ρή­νης καί ἐ­κεῖ­νος πού ὑ­πο­μέ­νει ἐ­κλαμ­βά­νε­ται ὡς μάρ­τυ­ρας. Μά­λι­στα ὁ ἴ­διος ἅ­γιος γρά­φει ὅ­τι ἐ­κεῖ­νος πού δέ­χε­ται μέ εὐ­χα­ρί­στη­ση τίς ἀ­νί­ες, πού προ­έρ­χο­ν­ται ἀ­πό τίς ἀ­σθέ­νει­ες, ἀ­πο­δει­κνύ­ει ὅ­τι δέν εἶ­ναι μα­κράν «τῶν τῆς ἀ­πα­θείας ὅ­ρων». Ἀν­τί­θε­τα, ὅ­ταν αἰ­σθα­νό­μα­στε ἀ­πέ­χθεια ἀ­πό τίς ἀ­σθέ­νει­ες, τό­τε πρέ­πει νά γνω­ρί­ζου­με ὅ­τι ἡ ψυ­χή ἔ­χει δου­λω­θῆ στίς ἐ­πι­θυ­μί­ες τοῦ σώ­μα­τος.

Τέ­λος, οἱ ὠ­φέ­λει­ες ἀ­πό τίς ἀ­σθέ­νει­ες, ὅ­ταν ἀ­ν­τι­με­τω­πί­ζω­ν­ται μέ τόν δέ­ο­ν­τα τρό­πο, εἶ­ναι πολ­λές.

Ὁ ὅ­σιος Νι­κή­τας ὁ Στη­θά­τος γρά­φει ὅ­τι γιά τούς εἰ­σα­γω­γι­κούς στόν βί­ο τῆς ἀ­ρε­τῆς εἶ­ναι «ἐ­πω­φε­λῆ τά νο­σή­μα­τα», ἀ­φοῦ συ­νερ­γοῦν «εἰς τήν τῆ­ξιν καί τήν τα­πεί­νω­σιν τῆς ζε­ού­σης σαρ­κός», δι­ό­τι τά νο­σή­μα­τα κα­θι­στοῦν ἀ­σθε­νέ­στε­ρη τήν δύ­να­μη τῆς σαρ­κός καί ἐ­κλε­πτύ­νουν «τό χο­ϊ­κόν φρό­νη­μα τῆς ψυ­χῆς».

Ὁ ἅ­γιος Διά­δο­χος ὁ Φω­τι­κῆς γιά νά δεί­ξη τήν ὠ­φέ­λεια πού προ­ξε­νοῦν οἱ ἀ­σθέ­νει­ες, ὅ­ταν ἀ­ν­τι­με­τω­πί­ζω­ν­ται κα­λῶς, χρη­σι­μο­ποι­εῖ τό πα­ρά­δειγ­μα τοῦ κε­ριοῦ πού πρέ­πει νά θερ­μαν­θῆ καί νά μα­λα­χθῆ γιά νά τε­θῆ ἐ­πά­νω σέ αὐ­τό ἡ σφρα­γί­δα, ὅ­πως ἔ­κα­ναν τό­τε στά βα­σι­λι­κά δια­τάγ­μα­τα. Κα­τά τόν ἴ­διο τρό­πο δέν μπο­ρεῖ ὁ ἄν­θρω­πος νά δε­χθῆ τήν σφρα­γί­δα τῆς ἀ­ρε­τῆς τοῦ Θεοῦ, «ἐ­άν μή διά πό­νων καί ἀ­σθε­νει­ῶν δο­κι­μα­σθῇ». Αὐ­τό ση­μαί­νει ὅ­τι ἡ καρ­διά τοῦ ἀν­θρώ­που θερ­μαί­νε­ται ἀ­πό τούς πει­ρα­σμούς καί τίς ἀ­σθέ­νει­ες καί ἔ­τσι μπο­ρεῖ ὁ Θεός νά θέ­ση τήν σφρα­γί­δα Του.

Ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Σι­να­ΐ­της βε­βαι­ώ­νει ὅ­τι εἶ­δε μο­να­χούς πού ἦ­ταν στό κρεβ­βά­τι ἀ­πό ἀ­σθέ­νει­ες καί νά πα­ρη­γο­ροῦ­ν­ται «ὑ­πό θείας ἐ­νερ­γεί­ας ἤ ὑ­πό κα­τα­νύ­ξε­ως» καί ἔ­τσι δι’ αὐ­τῆς τῆς θείας πα­ρα­κλή­σε­ως νά ἀ­πο­κρού­ουν τούς πό­νους πού προ­έρ­χο­ν­ταν ἀ­πό τήν ἀ­σθέ­νεια, ὥ­στε νά μή θέ­λουν νά ἀ­παλ­λα­γοῦν πο­τέ ἀ­πό τήν νό­σο. Καί βλέ­πο­ν­τας αὐ­τό ­δό­ξα­σε τόν Θεό, δι­ό­τι Ἐ­κεῖ­νος κα­θά­ρι­σε «διά τῆς πη­λοῦ (ἀ­σθε­νεί­ας) τήν πη­λόν (τό σῶ­μα)». Ὅ­πως ἀ­να­φέ­ρε­ται στό Γε­ρο­ν­τι­κό, ὁ ἀβ­βᾶς Ἰ­σα­άκ, πού ἦ­ταν γιά με­γά­λο χρο­νι­κό διά­στη­μα ἄρ­ρω­στος, εἶ­πε σέ μο­να­χό: «φύ­σει, ἀ­δελ­φέ, ἤ­θε­λον ποι­ῆ­σαι ἐν τῇ ἀ­σθε­νεί­ᾳ ταύ­τῃ τριά­κο­ν­τα ἔ­τη». Τό νά θέ­λη κα­νείς νά ὑ­πο­φέ­ρη γιά πολ­λά χρό­νια ἀ­πό μιά ἀ­σθέ­νεια ση­μαί­νει ὅ­τι βλέ­πει με­γά­λη ψυ­χι­κή-πνευ­μα­τι­κή ὠ­φέ­λεια, πού προ­έρ­χε­ται ἀ­πό αὐ­τήν.

Θά ἤ­θε­λα νά τε­λει­ώ­σω μέ δύ­ο χω­ρί­α πού εἶ­ναι ση­μαν­τι­κά.

Τό ἕ­να χω­ρί­ο εἶ­ναι λό­γος τοῦ ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου Νύσ­σης: «ἡ δέ τῆς ζω­ῆς φρο­ν­τίς πά­ν­τως διά τόν τοῦ θα­νά­του φό­βον γί­νε­ται». Καί στήν συ­νέ­χεια ὁ ἴ­διος ἐ­ρω­τᾶ: «ἡ δέ ἰ­α­τρι­κή πό­θεν τι­μί­α τοῖς ἀν­θρώ­ποις ἐ­στίν;­». Καί ἀ­πα­ν­τᾶ ὅ­τι οἱ ἄν­θρω­ποι τι­μοῦν τήν ἰ­α­τρι­κή τέ­χνη, «ἐ­πει­δή μά­χε­σθαι πῶς διά τῆς τέ­χνης δο­κεῖ πρός τόν θά­να­τον». Ἡ ἰ­α­τρι­κή εἶ­ναι μιά τέ­χνη πού φαί­νε­ται ὅ­τι πο­λε­μᾶ τόν θά­να­το, χω­ρίς νά μπο­ρῆ νά τόν νι­κή­ση, ἁ­πλῶς πα­ρα­τεί­νει τήν ζω­ή γιά ἕ­να χρο­νι­κό διά­στη­μα.

Τό ἄλ­λο χω­ρί­ο εἶ­ναι τοῦ ἀβ­βᾶ Ἰ­σα­άκ τοῦ Σύ­ρου, πού ἀ­να­φέ­ρε­ται σέ δύ­ο με­γά­λες ψυ­χι­κές ἀ­σθέ­νει­ες πού εἶ­ναι ἡ κα­κί­α, ὡς νό­σος τῆς ψυ­χῆς, καί ἡ πλά­νη, ὡς ἀ­πώ­λεια τῆς ἀ­λη­θείας. Καί πολ­λοί πού νο­σοῦν ἀπό αὐ­τές τίς ψυ­χι­κές ἀ­σθέ­νει­ες δέν γνω­ρί­ζουν ὅ­τι νο­σοῦν. Καί ἀ­κό­μη, ἐ­νῶ οἱ πε­ρισ­σό­τε­ροι ἀ­πό τούς ἀν­θρώ­πους εἶ­ναι ἄρ­ρω­στοι στήν κα­κί­α καί τήν πλά­νη, ἐν τού­τοις «ὑ­γεί­αν κη­ρύτ­του­σι καί ὑ­πό πολ­λῶν εὐ­φη­μοῦ­ν­ται».

Καί τό ἐ­ρώ­τη­μα εἶ­ναι καί­ριο: Γιά τίς ἀ­σθέ­νει­ες τοῦ σώ­μα­τος ἀ­να­τρέ­χου­με στούς ἰ­α­τρούς καί λαμ­βά­νου­με φάρ­μα­κα ἀ­πό τά φαρ­μα­κεῖ­α, ἀλ­λά τί γί­νε­ται γιά τίς ψυ­χι­κές καί πνευ­μα­τι­κές ἀ­σθέ­νει­ες, τίς ὁ­ποῖ­ες ἤ δέν γνω­­ρί­ζου­με, ἤ τίς κρύ­πτου­με ἐ­πι­με­λῶς στό βά­θος τῆς ψυ­χῆς ἤ καί, ἄν τίς κα­τα­λα­βαί­νου­με, δέν ἀ­να­ζη­τοῦ­με τούς ἰ­α­τρούς γιά νά θε­ρα­πευ­θοῦ­με;

ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο Δερμάτινοι Χιτῶνες

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ




Προφίλ

Οἱ ἐκδόσεις τῆς γυναικείας Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας) ἀπό τό 1982 ἐκδίδουν καί διακινοῦν σέ ὅλο τόν κόσμο τά βιβλία τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἱδρυτής καί πνευματικός πατέρας τῆς ἀδελφότητος.

Μάθετε περισσότερα...

banks
Login-iconLogin
active³ 5.5 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης