Κυριακή ΙΒ´ Ματθαίου, οἱ δύο βαθμοί τελειότητος

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

(Ματθ. ιθ´ 16-26)

Τῶ καιρῷ ἐκείνῳ, νεανίσκος τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ, γονυπετῶν αὐτόν, καὶ λέγων· Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον; ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· Τί με λέγεις ἀγαθόν; Οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. Εἰ δὲ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωήν, τήρησον τὰς ἐντολάς. Λέγει αὐτῷ· Ποίας; ῾Ο δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπε· Τὸ «οὐ φονεύσεις, οὐ μοιχεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐ ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα», καὶ «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Λέγει αὐτῷ ὁ νεανίσκος· Πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου· τί ἔτι ὑστερῶ; ῎Εφη αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. ᾿Ακούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά. ῾Ο δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· ᾿Αμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι δυσκόλως πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Πάλιν δὲ λέγω ὑμῖν, εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ῥαφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. ᾿Ακούσαντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐξεπλήσσοντο σφόδρα λέγοντες· Τίς ἄρα δύναται σωθῆναι; ᾿Εμβλέψας δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Παρὰ ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστι, παρὰ δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι.

Οἱ δύο βαθμοί τελειότητος

Εἶναι συγκλονιστικό τό γεγονός ἕνας νέος νά πλησιάζη τόν Χριστό καί νά ἀναζητᾶ τήν αἰώνια ζωή. Δέν μπορεῖ κανείς παρά νά ἀγαπήση αὐτόν τόν νέο, πού εἶχε μιά τέτοια ἀγωνία νά σωθῆ καί νά ἀποκτήση τήν αἰώνια ζωή.

Σημειώνουμε αὐτό τό γεγονός γιατί συνήθως οἱ νέοι, πού βλέπουν νά ἀνοίγεται μπροστά τους ἡ ζωή, βλέπουν μόνον τό παρόν καί τό ἄμεσο μέλλον, ἐπιδιώκουν τήν ἀπόλαυση ὅλων τῶν ἀγαθῶν πού τούς προσφέρει ὁ κόσμος, καί ἀναζητοῦν τήν ἱκανοποίηση ὅλων τῶν ἡδονῶν. Βέβαια, αὐτό δέν εἶναι ἀπόλυτο, γιατί ὑπάρχουν καί νέοι πού ἀναζητοῦν ἀπαντήσεις σέ ἐσωτερικά προβλήματα.

Νομίζω ὅτι παρά τά διάφορα προβλήματα πού ἀντιμετωπίζουν σήμερα οἱ νέοι μας, ἐν τούτοις εἶναι πιό εἰλικρινεῖς ἀπό τούς μεγάλους, εἶναι ἕτοιμοι νά ἀναγνωρίσουν τό λάθος τους καί νά δεχθοῦν τίς ἀπόψεις τῶν συνομιλητῶν τους, ἔχουν μεγαλύτερη εὐαισθησία ἀπό ἄλλες ἡλικίες. Γι᾽ αὐτό καί αἰσθάνομαι μεγαλύτερη χαρά ὅταν ὁμιλῶ μέ νέους, ἀκριβῶς γιατί δέν ἔχουν ἀκόμη συμβιβασθῆ μέ τούς συμβιβασμούς.

   

Ὁ Χριστός ὑπέδειξε στόν νέο ἐκεῖνο τόν δρόμο τῆς τελειότητος. ῾Υπάρχουν δύο βαθμοί τελειότητος. Ὁ ἕνας εἶναι προπαρασκευαστικός, πού εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, καί ὁ ἄλλος εἶναι ἡ ὁλοκληρωτική ἀγάπη στόν Θεό καί στούς ἀνθρώπους.

Τό πρῶτο πού εἶπε ὁ Χριστός στόν νέο ἦταν: «τήρησον τάς ἐντολάς» (Ματθ. ιθ΄, 17). Οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ ὁμοιάζουν μέ τά φάρμακα τά ὁποῖα χορηγοῦν οἱ γιατροί, ἀφοῦ ὅπως τά ὑλικά φάρμακα θεραπεύουν τό σῶμα, ἔτσι καί οἱ ἐντολές θεραπεύουν τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως ὁ γιατρός, ὅταν ἀπαγορεύη ἕνα φαγητό τό κάνει ἀπό ἀγάπη γιά νά διατηρηθῆ ἤ νά ἐπανέλθη ἡ ὑγεία, ἔτσι καί ὁ Χριστός δίνει ἐντολές γιά νά διαφυλάξη ἤ νά ἐπαναφέρη τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς καί πολλές φορές καί τοῦ σώματος.

Τό δεύτερο πού εἶπε στόν νέο ὁ Χριστός ἦταν: «ὕπαγε πώλησόν σου τά ὑπάρχοντα καί δός πτωχοῖς, ...καί δεῦρο ἀκολούθει μοι» (Ματθ. ιθ΄, 21). Δηλαδή, τόν προέτρεψε νά ἀποκολληθῆ ἀπό τήν προσκόλλησή του στά ὑλικά ἀγαθά, νά τά μοιράση στούς ἄλλους καί νά ἀκολουθήση τόν Χριστό ἐλευθερωμένος ἀπό αὐτά. Στήν κατηγορία αὐτή ὑπάγονται ὅλοι οἱ Ἅγιοι, Προφῆτες, Ἀπόστολοι, Μάρτυρες, ἀφοῦ ὁ καθένας τους ἔκανε μεγάλη θυσία στήν ζωή του καί προσέφερε τόν ἑαυτό του στόν Θεό.

Ἔτσι, λοιπόν, γιά νά ἀποκτήσουμε τήν αἰώνια ζωή, πρέπει νά ἀκολουθήσουμε τά δύο αὐτά συγκεκριμένα στάδια, δηλαδή τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν, διά τῶν ὁποίων καθαρίζεται ἡ καρδιά, καί τήν τελεία αὐταπάρνηση. Πρέπει νά ἀρχίσουμε αὐτήν τήν πορεία καί σιγά  σιγά θά εἴμαστε ἕτοιμοι νά προσφέρουμε κάτι περισσότερο στόν Χριστό. Πολλοί ἀπό τούς Χριστιανούς ἀρχίζουν καλά, ἀποκτοῦν μερικές ἀρετές καί στήν συνέχεια σταματοῦν. Ἀλλά, ἡ πορεία πρός τήν τελειότητα εἶναι διαρκής. Μπορεῖ αὐτό νά φαίνεται δύσκολο, ὅμως ὁ Χριστός εἶπε ὅτι ἐκεῖνο πού εἶναι ἀδύνατο γιά τούς ἀνθρώπους εἶναι δυνατό γιά τόν Θεό. Ἀξίζει νά κάνουμε τά πάντα γιά νά γευθοῦμε τήν αἰώνια ζωή. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι μάταια καί παροδικά.

* * *

Τρεῖς συγκλονιστικές ἐρωτήσεις

Ὁ διάλογος τῶν ἀνθρώπων μέ τόν Χριστό πάντα εἶναι ἀποκαλυπτικός, διότι ἡ ἐνέργειά Του εἰσδύει μέσα στήν ὕπαρξή τους, ἀποκαλύπτει τά βάθη τοῦ ἐσωτερικοῦ τους κόσμου, δημιουργεῖ μεγάλη ἔκπληξη. Στήν πραγματικότητα, ὁ Χριστός μέ ἀγάπη καί τρυφερότητα εἰσέρχεται στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ δημιουργεῖ ἐκπλήξεις καί ἐρωτήσεις. Ἔτσι, διασώζεται ἡ ἀγάπη καί ἡ ἐλευθερία.

Αὐτό συνέβη καί μέ τόν νεανίσκο τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ὁ ὁποῖος διαδοχικά διατύπωσε δύο ἐρωτήσεις στόν Χριστό καί οἱ Μαθητές τοῦ Χριστοῦ συνέχισαν μέ μιά τρίτη ἐρώτηση.

Ἡ πρώτη ἐρώτηση ἦταν: «διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθόν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωήν αἰώνιον;» (Ματθ. ιθ΄, 16). Ἡ ἐρώτηση αὐτή περικλείει δύο σημεῖα ἐνδιαφέροντα. Τό ἕνα εἶναι ὁ στόχος τοῦ νέου αὐτοῦ πού εἶναι ἡ ἀπόκτηση τῆς αἰωνίου ζωῆς, καί τό δεύτερο εἶναι τό μέσο μέ τό ὁποῖο θά τήν ἀποκτοῦσε. Ὁ νέος, κυρίως, ρωτοῦσε νά μάθη γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά μποροῦσε νά εἰσέλθη στήν αἰώνια ζωή, δηλαδή στόν Παράδεισο. Καί αὐτό εἶναι φυσικό, γιατί σέ κάθε ἐπιστήμη δίνεται προτεραιότητα στήν μέθοδο μέ τήν ὁποία φθάνει κανείς στό προσδοκώμενο ἀποτέλεσμα. Στό ἐρώτημα αὐτό ὁ Χριστός ὑπέδειξε τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ γιά νά φθάση κανείς στήν αἰώνια ζωή.

Ἡ δεύτερη ἐρώτηση τοῦ νέου ἐκείνου ἦταν: «τί ἔτι ὑστερῶ;» (Ματθ. ιθ΄, 20). Πρόκειται γιά μιά σημαντική ἐρώτηση, γιατί δέν πρέπει κανείς νά παραμένη σέ μιά στάσιμη κατάσταση, δέν μπορεῖ κανείς νά εἶναι ἀναπαυμένος σέ αὐτό πού κάνει. Ἡ πορεία πρός τήν αἰώνια ζωή ἀπαιτεῖ μιά διαρκῆ κίνηση, πού σημαίνει ἔξοδο ἀπό τόν ἑαυτό μας, ἀπαγγίστρωση ἀπό τήν φιλαυτία καί πορεία πρός τό αἰώνιο πού δέν ἔχει τέλος. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας κάνουν λόγο γιά μιά διαρκῆ τελείωση. Κάθε στάση, γιά νά θαυμάσουμε τόν ἑαυτό μας καί νά μετρήσουμε τά ἀποτελέσματα τοῦ ἀγῶνος, εἶναι πτώση. Σέ αὐτήν τήν ἐρώτηση ὁ Χριστός ὑπέδειξε τήν τέλεια ἀπελευθέρωση ἀπό τά ὑλικά ἀγαθά, γιατί σέ μιά τέτοια διαρκῆ πορεία πρός τόν Θεό ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά εἶναι ἐλεύθερος ἀπό ἐξαρτήσεις, θά πρέπει νά ἐλευθερωθῆ ἀπό τόν νόμο τῆς βαρύτητας, τῆς ἕλξης τῆς γῆς.

Ἡ τρίτη ἐρώτηση προερχόταν ἀπό τούς Μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ὅταν εἶδαν τήν ἀδυναμία τοῦ νέου ἐκείνου νά ἀρνηθῆ τά ὑλικά ἀγαθά καί νά ἀκολουθήση τόν Χριστό. Ἡ ἐρώτηση τῶν Μαθητῶν ἦταν: «τίς ἄρα δύναται σωθῆναι;» (Ματθ. ιθ΄, 25). Δηλαδή, ἄν οἱ πλούσιοι πού ἔχουν στηριγμένη τήν προσοχή τους στά ὑλικά ἀγαθά, στόν πλοῦτο, εἶναι ἀδύνατον νά σωθοῦν, τότε ποιός μπορεῖ νά σωθῆ; Ἡ ἐρώτηση αὐτή ἔχει σχέση μέ τήν ἄποψη πού ἐπικρατοῦσε τότε στούς Ἰουδαίους, ὅτι τά ὑλικά ἀγαθά εἶναι εὐλογίες τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους καί ὅτι οἱ πλούσιοι ἔχουν τήν ἰδιαίτερη εὔνοια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό, βέβαια, δέν ἰσχύει σήμερα. Πάντως, ὁ ἄνθρωπος στόν ἀγώνα του γιά τήν κατάκτηση τῆς αἰωνιότητος, τήν ἀπόκτηση τῆς σωτηρίας, αἰσθάνεται ἀδύνατος, ἀνίσχυρος, ἀνίκανος. Ὁ δρόμος αὐτός εἶναι μεγάλος, τραχύς καί ἐπικίνδυνος, γιατί ἔχει πολλές δυσκολίες. Ὁπότε, χρειάζεται βοήθεια, γι’ αὐτό ὁ Χριστός ἀπάντησε ὅτι αὐτό εἶναι ἀδύνατο γιά τούς ἀνθρώπους, ἀλλά γιά τόν Θεό ὅλα εἶναι δυνατά. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἐμεῖς ἀγωνιζόμαστε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί ἡ πορεία πρός τήν σωτηρία δέν εἶναι δικό μας κατόρθωμα, ἀλλά δῶρο τοῦ Θεοῦ σέ αὐτούς πού ἀγωνίζονται.

Πάντως, ὁ διάλογος τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Χριστό εἶναι δημιουργικός, ἀποτελεσματικός καί σωτηριώδης. Γι’ αὐτό θά πρέπει νά ρωτᾶμε τόν Χριστό μέ τήν προσευχή, νά ἔχουμε ἐπικοινωνία μαζί Του, καί ἐπειδή αὐτό εἶναι δύσκολο, γιά διαφόρους λόγους, θά πρέπει νά κάνουμε διάλογο μέ τούς φίλους τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι οἱ ἅγιοι, οἱ Κληρικοί πού ἔχουν σχέση καί κοινωνία μέ τόν Χριστό, νά διαβάζουμε τήν Ἁγία Γραφή καί τά ἔργα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Δυστυχῶς, σήμερα οἱ ἄνθρωποι, καί ἰδιαίτερα οἱ νέοι, δέν ἔχουν τέτοιες πνευματικές ἀναζητήσεις, δέν ἐνδιαφέρονται γιά τήν ψυχική καί πνευματική τους πρόοδο, δέν κάνουν διάλογο μέ τόν Χριστό καί τούς φίλους Του. Τό χειρότερο ἀκόμη εἶναι ὅτι οἱ διάλογοι τῶν σημερινῶν ἀνθρώπων γίνονται γιά πολύ χαμηλά πράγματα, γιά λεπτομέρειες τῆς ζωῆς μας, γιά πράγματα ἐλάσσονος σημασίας.

Πρέπει νά ἀρχίσουμε τόν διάλογο μέ τόν Χριστό καί τούς φίλους Του γιά τό αἰώνιο μέλλον μας, γιατί οἱ ἀπαντήσεις πού θά λάβουμε θά γεμίσουν τόν ἐσωτερικό μας κόσμο ἀπό εἰρήνη καί ζωή.

* * *

Ἡ αἰώνια ζωή

   

Ὁ Χριστός ὑπέδειξε στόν νέο, πού Τόν πλησίασε Τόν ρώτησε τί πρέπει νά κάνη γιά νά ἀποκτήση τήν αἰώνια ζωή, ἀρχικά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν, πού ὁ Ἴδιος ἔδωσε στόν Μωϋσῆ, καί στήν συνέχεια τόν προέτρεψε νά πωλήση τά ὑπάρχοντά του καί νά δώση τά χρήματα πού θά συγκεντρώση στούς πτωχούς καί ἔτσι θά ἀποκτήση θησαυρούς στόν οὐρανό. Γιατί, ὅπως εἶπε, εἶναι πολύ δύσκολο νά εἰσέλθη ὁ πλούσιος στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Διαβάζοντας κανείς προσεκτικά τό κείμενο αὐτό, παρατηρεῖ ὅτι συνδέονται στενά ἡ αἰώνια ζωή μέ τόν οὐρανό καί τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἡ αἰώνια ζωή δέν εἶναι ἁπλῶς τό τέλος τῆς βιολογικῆς ζωῆς καί τῆς ζωῆς τοῦ κτιστοῦ κόσμου, ὁ οὐρανός δέν εἶναι ἡ ἀτμόσφαιρα πού περιβάλλει τήν γῆ ἤ τό διάστημα, καί ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι κάποια κτιστή πραγματικότητα, ἀλλά ἡ ζωή μέ τόν Θεό, ἡ ὅραση καί ἡ μέθεξη τοῦ Φωτός τοῦ Θεοῦ. Ἔχω ὑπογραμμίσει σέ ἕνα ἀπό τά προηγούμενα κηρύγματα ὅτι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, τό Φῶς Του, καί αὐτό τό Φῶς λέγεται οὐρανός. Ἡ μετοχή σέ αὐτό τό Φῶς λέγεται αἰώνια ζωή, ἀφοῦ δέν θά ὑπάρχη τέλος.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στούς Χριστιανούς τῆς Κορίνθου γράφει ὅτι, ἐάν τό ἐπίγειο σπίτι μας, δηλαδή τό σῶμα μας, καταργηθῆ, τότε ἔχουμε οἰκοδόμημα ἀπό τόν Θεό, οἰκία αἰώνια ἀχειροποίητη στούς οὐρανούς (Β΄ Κορ. ε΄, 1). Ἡ αἰώνια οἰκία στούς οὐρανούς εἶναι ἀχειροποίητη, δηλαδή δέν ἔχει κατασκευασθῆ ἀπό χέρι ἀνθρώπου, εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό τό πνευματικό νόημα φαίνεται σέ ἕνα ἄλλο χωρίο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρός τόν Τιμόθεο, στόν ὁποῖο γράφει ὅτι ὅλα τά ὑπομένει πρός χάρη τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ «ἵνα καί αὐτοί σωτηρίας τύχωσι τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μετά δόξης αἰωνίου» (Β΄ Τιμ. β΄, 10). Στό χωρίο αὐτό συνδέεται στενότατα ἡ σωτηρία πού γίνεται ἐν Χριστῷ μέ τήν αἰώνια δόξα.

Τά ἴδια διδάσκει καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὁ ἄλλος Πρωτοκορυφαῖος Ἀπόστολος. Στήν Β΄ Καθολική Ἐπιστολή του προτρέπει τούς Χριστιανούς νά δείξουν μεγαλύτερο ζῆλο καί νά κάνουν βέβαιη τήν κλήση τους καί τήν ἐκλογή τους, γιατί τότε δέν θά ἁμαρτήσουν ποτέ. Μέ τόν τρόπο αὐτό θά τούς χορηγηθῆ πλουσίως «ἡ εἴσοδος εἰς τήν αἰώνιον βασιλείαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν καί σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β΄ Πέτρ. α΄, 11).

Ἔτσι, ἡ αἰώνια ζωή, ὁ οὐρανός, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ αἰώνια δόξα εἶναι ταυτόσημες ἔννοιες καί, κυρίως, ἴδιες πραγματικότητες. Ὁ πλούσιος νέος ζητοῦσε ἀπό τόν Χριστό νά τοῦ ὑποδείξη τόν τρόπο νά εἰσέλθη σέ αὐτήν τήν ζωή. Ἀλλά, δυστυχῶς, δέν μποροῦσε νά ἀπελευθερωθῆ ἀπό τά δεσμά τοῦ πλούτου καί γενικά τήν ἕλξη πού ἀσκεῖ ὁ παρών βίος μέ τά θέλγητρά του καί τίς προκλήσεις του. Ἔτσι, ἀρνήθηκε νά ὑπακούση στόν Χριστό καί νά ἀποδεχθῆ τόν τρόπο γιά νά κληρονομήση τά αἰώνια ἀγαθά.

Αὐτό σημαίνει ὅτι καί ἐμεῖς μπορεῖ νά ἔχουμε μεγάλους στόχους, ὑψηλές προσδοκίες, μεγάλες ἐπιθυμίες γιά νά ἐκπληρώσουμε τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο ἔχουμε δημιουργηθῆ, ὥστε ἀπό τό κατ’ εἰκόνα νά φθάσουμε στό καθ’ ὁμοίωση, ὅμως δέν ἀρκεῖ αὐτό, ἀλλά θά πρέπει νά δεχθοῦμε τούς τρόπους πού ὑποδεικνύει ὁ Χριστός. Θά πρέπει νά ἀποδεσμευθοῦμε ἀπό τήν ἐξάρτηση καί τήν ὑποδούλωση στά κτίσματα καί, κυρίως, στά πάθη. Ἡ κτίση εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά συγχρόνως γίνεται καί ἀπάτη τοῦ διαβόλου. Ἄλλωστε, ὁ διάβολος διά μέσου τῆς κτίσεως, διά τῆς βρώσεως τοῦ δένδρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, ἐξαπάτησε τούς Προπάτορες καί ἔχασαν τήν ζωή τοῦ Παραδείσου.

Ἄν ἔχουμε τέτοιες ὑψηλές ἐπιθυμίες πού εἶναι φυσικές, γιατί ἀνταποκρίνονται στόν σκοπό τῆς ὑπάρξεώς μας, θά πρέπει νά ἐφαρμόζουμε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τίς διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας.

Δεῖτε ἐπίσης: ΟΙ ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ




Προφίλ

Οἱ ἐκδόσεις τῆς γυναικείας Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας) ἀπό τό 1982 ἐκδίδουν καί διακινοῦν σέ ὅλο τόν κόσμο τά βιβλία τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἱδρυτής καί πνευματικός πατέρας τῆς ἀδελφότητος.

Μάθετε περισσότερα...

banks
Login-iconLogin
active³ 5.5 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης