Κυριακή Ι´ Ματθαίου, ἡ χαρά καί ὁ πόνος

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

(Ματθ. ιζ´ 14-23)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ’ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε. καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ’ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ ἐθεραπεύθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ κατ’ ἰδίαν εἶπον· διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό; ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν. τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται.

Ἡ χαρά καί ὁ πόνος 

    

Τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ σεληνιαζομένου νέου συνέβη μετά τήν κάθοδο τοῦ Χριστοῦ ἀπό τό ὄρος Θαβώρ, ὅπου μεταμορφώθηκε καί ἔδειξε τήν δόξα τῆς Θεότητάς Του στούς τρεῖς Μαθητές πού παρευρέθηκαν στό θαυμαστό αὐτό γεγονός. Αὐτό δείχνει τήν ἰδιαίτερη σημασία τοῦ γεγονότος τήν ὁποία θά δοῦμε μέ τό μικρό σχολιασμό πού θά ἀκολουθήση.

Στό ὄρος Θαβώρ οἱ Μαθητές ἀξιώθηκαν νά δοῦν τήν δόξα τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ, ἄκουσαν τήν φωνή τοῦ Πατρός καί εἶδαν τήν φωτεινή νεφέλη πού τούς ἐπισκίασε. Πρόκειται γιά τήν δόξα τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί ἦταν ἡ φανέρωση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Διότι γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι μιά κτιστή πραγματικότητα, ἀλλά ἡ θέα καί ἡ μέθεξη τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. Συγχρόνως, οἱ Μαθητές εἶδαν τούς δύο Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τόν Μωϋσῆ καί τόν Ἠλία, νά συνομιλοῦν μέ τόν Χριστό. Τόσο πολύ εὐφράνθησαν, ὥστε σέ κάποια στιγμή ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἐξέφρασε τήν ἐπιθυμία νά παραμείνουν μονίμως ἐκεῖ, καί νά στήσουν τρεῖς σκηνές, γιά τόν Χριστό καί τούς δύο Προφῆτες, καί αὐτοί νά παραμένουν ἐκεῖ γιά νά βλέπουν τήν δόξα Του. Ὅλη αὐτή ἡ εἰκόνα, ἀλλά καί ἡ ἐπιθυμία τῶν Μαθητῶν, δείχνει τί θά εἶναι ὁ Παράδεισος, πῶς θά ζοῦν ὅσοι ἀξιωθοῦν νά εἰσέλθουν στόν Παράδεισο. Πρόκειται γιά μιά διαρκῆ θεία Λειτουργία, μιά συνεχῆ θέα τῆς δόξης τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Οἱ Μαθητές, μετά ἀπό αὐτήν τήν ἐμπειρική βίωση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, κατέρχονται ἀπό τό ὄρος Θαβώρ καί ἔρχονται ἀντιμέτωποι μέ μιά φοβερή κατάσταση. Συναντοῦν ἕνα δαιμονισμένο νέο πού βασανίζεται ἀπό τόν διάβολο, ἕναν πατέρα νά ὑποφέρη, νά βασανίζεται καί νά ζητᾶ βοήθεια καί συμπαράσταση, μιά γενιά πού εἶναι ἄπιστη καί διεστραμένη καί τούς Μαθητές Του πού ἀποροῦσαν γιατί δέν εἶχαν τήν δύναμη νά ἐλευθερώσουν τόν νέο αὐτό ἀπό τό δαιμόνιο.

Αὐτές οἱ δύο εἰκόνες εἶναι ἀντίθετες μεταξύ τους. Στήν μία βλέπει κανείς τήν χαρά καί τήν εἰρήνη τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί στήν ἄλλη βλέπει τήν τραγική κατάσταση τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς μέ τά προβλήματα καί τίς ταλαιπωρίες της καί γενικά τήν κατάσταση τῆς Κολάσεως. Αὐτό δείχνει καί τήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Παράδεισο στόν ὁποῖο ζοῦσε ἀμέσως μετά τήν δημιουργία του, ὅπου ἀπολάμβανε τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἐξαναγκάσθηκε νά ζῆ στήν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος καί τῶν ταλαιπωριῶν, μέ τίς ἀρρώστιες, τούς δαιμονικούς πειρασμούς, τίς στερήσεις, τούς θανάτους καί τά ποικίλα προβλήματα πού δημιουργοῦν πόνο καί ὀδύνη. Μόνον μέσα ἀπό τήν θέα τῆς Θαβωρίου δόξας μποροῦμε νά καταλάβουμε τήν τραγική κατάσταση στήν ὁποία βρεθήκαμε μετά τήν πτώση μας καί τήν ἀπομάκρυνσή μας ἀπό τόν Θεό τοῦ Φωτός καί τῆς δόξης. Αὐτό δείχνει καί τό πῶς ἐλπίζουμε καί πιστεύουμε νά μεταμορφωθῆ τό σῶμα μας καί νά γίνη ὅμοιο μέ τό σῶμα τοῦ μεταμορφωθέντος Χριστοῦ.

Ἀλλά αὐτό τό αἰσθανόμαστε καί σέ κάθε θεία Λειτουργία. Ὅταν προετοιμαζόμαστε κατάλληλα πρίν τήν θεία Λειτουργία καί ὅταν προσευχόμαστε μέ συγκεντρωμένο τόν νοῦ κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας, αἰσθανόμαστε γαλήνη στήν καρδιά, εἰρήνη στούς λογισμούς, ἀνάπαυση καί παρηγοριά σέ ὁλόκληρη τήν ὕπαρξή μας. Τότε ἡ καρδιά αἰσθάνεται τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀγαπᾶμε καί τούς συνανθρώπους μας μέ τούς ὁποίους προσευχόμαστε καί κοινωνᾶμε ἀπό τό ἴδιο Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν, ὅμως, τελειώνη ἡ θεία Λειτουργία καί πηγαίνουμε στά σπίτια μας καί ἀντιμετωπίζουμε τά προβλήματα πού ὑπάρχουν ἀπό τίς ἀρρώστιες, τίς περιφρονήσεις καί τήν μοναξιά, ἀπό τά πάθη μας, τότε νοσταλγοῦμε ἀκόμη περισσότερο τήν ἀτμόσφαιρα τῆς θείας Λειτουργίας καί θέλουμε πάλι νά ἐκκλησιασθοῦμε.

Στήν ζωή μας ἐναλλάσονται οἱ ὧρες τῆς ἐμπειρίας τοῦ Θαβώρ καί οἱ ὧρες τῆς ἐμπειρίας τῶν διαφόρων δυσκολιῶν. Μακάρι τό Θαβώρ, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τό πνεῦμα τῆς θείας Λειτουργίας νά ἐμπνέουν καί νά προσανατολίζουν πάντοτε τήν ζωή μας.

* * *

Ἡ προσευχή καί ἡ νηστεία

Τό θαῦμα πού ἀκούσαμε σήμερα ἀναφέρεται στήν θεραπεία ἑνός δαιμονισμένου νέου, ὁ ὁποῖος, ὅταν καταλαμβανόταν ἀπό τά δαιμόνια, ἔπεφτε στήν φωτιά καί στό νερό, εἶχε τάσεις αὐτοκαταστροφῆς. Ὁ Χριστός ἔβγαλε τά δαιμόνια καί ὁ νέος ἐκεῖνος ἔγινε καλά. Σέ σχετική ἐρώτηση τῶν Μαθητῶν ὁ Χριστός ἀπάντησε: «τοῦτο δέ τό γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ» (Ματθ. ιζ΄, 21). Ὁ Χριστός ἔβγαλε τό δαιμόνιο μέ τήν δύναμη τῆς θεότητάς Του, οἱ Μαθητές θά μποροῦσαν νά τό βγάλουν μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ, ὅμως, προσευχηθοῦν καί νηστεύσουν.

   

Στήν ἀπάντηση αὐτή τοῦ Χριστοῦ φαίνεται ἡ μεγάλη ἀξία τῆς προσευχῆς καί τῆς νηστείας. Δέν πρόκειται γιά αὐτονομημένες ἀρετές, ἀλλά γιά πράξεις τῶν ἀνθρώπων πού γίνονται μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί προσφέρουν στόν ἄνθρωπο μεγάλη ἐνέργεια, ἀφοῦ τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται μέτοχος τῶν δωρεῶν τοῦ Χριστοῦ. Θά ἀναφερθῶ μέ λίγα λόγια στήν προσευχή καί τήν νηστεία.

Ἡ προσευχή εἶναι δοξολογία, εὐχαριστία, ἐξομολόγηση καί παράκληση πρός τόν Θεό, εἶναι προσφορά ὅλων τῶν δυνάμεων καί ἐνεργειῶν τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό καί, βέβαια, εἶναι μέθεξη τῆς θείας Χάριτος. Μέ τήν προσευχή θεραπεύεται ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, πρωταρχικά τό νοερό τῆς ψυχῆς καί στήν συνέχεια ὅλες οἱ ἄλλες ἐνέργειές της, ὅπως τό λογιστικό, τό ἐπιθυμητικό καί τό θυμικό. Πρόκειται γιά μιά μεταμόρφωση τοῦ ἐσωτερικοῦ κόσμου τοῦ ἀνθρώπου, ἐπαναφορά στήν ἀρχική του κατάσταση. Γιατί ὅλες αὐτές οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς ἀπό τήν ἀρχή δημιουργήθηκαν γιά νά ἔχουν κατεύθυνση καί φορά πρός τόν Θεό, ἀλλά μέ τήν ἁμαρτία ἀπώλεσαν αὐτόν τόν ἀρχικό σκοπό καί στράφηκαν πρός τήν κτίση, τήν δημιουργία. Τώρα, μέ τήν προσευχή ἀποκαθίσταται αὐτή ἡ κατάσταση.

Ἡ νηστεία εἶναι ἡ ἐλευθέρωση τῶν σωματικῶν ἐνεργειῶν ἀπό τήν ὑποδούλωση στήν κτίση. Ὅπως ὑπάρχουν ψυχικά πάθη (ὑπερηφάνεια, ἐγωϊσμός, κενοδοξία κλπ.), ἔτσι ὑπάρχουν καί σωματικά πάθη (γαστριμαργία, φιλοκτημοσύνη, φιληδονία κλπ.). Τά σωματικά πάθη δείχνουν τήν ὑποδούλωση τοῦ ἀνθρώπου στήν κτίση, στά ὑλικά ἀγαθά. Ἔτσι, μέ τήν νηστεία φανερώνεται ἡ ἐπιθυμία καί ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἀποδεσμευθῆ ἀπό αὐτήν τήν ἐξάρτηση καί νά ἐπανέλθη τό σῶμα στήν ἀρχική κατάσταση, ὅπως δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό.

Βέβαια, κάνουμε λόγο γιά προσευχή πού συνδέεται μέ τήν ψυχή καί γιά νηστεία πού συνδέεται μέ τό σῶμα. Ὅμως, αὐτά τά δύο δέν εἶναι ἐντελῶς ξεχωριστά, ἀλλά ὑπάρχει μεγάλη σχέση μεταξύ τους. Ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖ μιά ἑνότητα ψυχῆς καί σώματος, ὁπότε ὑπάρχουν κοινές ἐνέργειες μεταξύ τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Δέν ἐνεργεῖ ἡ ψυχή ἀνεξάρτητα ἀπό τό σῶμα οὔτε τό σῶμα ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ψυχή. Ἔτσι, ἡ προσευχή ἐξαγιάζει καί τό σῶμα, ἀφοῦ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ διά τῆς ψυχῆς διαπορθμεύεται καί στό σῶμα, ὅπως καί ἡ νηστεία θεραπεύει ὄχι μόνον τό σῶμα, ἀλλά καί τήν ψυχή, ὁπότε ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος ἐξαγιάζεται.

Ὅμως, ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος πρέπει μαζί μέ τήν ψυχή καί τό σῶμα νά ἔχη καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Βέβαια, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ψυχή καί σῶμα, ἀλλά θά πρέπει αὐτή ἡ ἑνότητα νά χαριτώνεται καί μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κάνει λόγο γιά σαρκικό καί ψυχικό ἄνθρωπο, ἀλλά καί γιά πνευματικό ἄνθρωπο, πού δηλώνει τόν ἄνθρωπο πού ἐμπνέεται ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα.

Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ προσευχή καί ἡ νηστεία παρατηρεῖται σέ ὅλες τίς θρησκεῖες καί μπορεῖ νά γίνεται ἀπό τούς ἀνθρώπους τυπικά, μηχανικά ἤ καί γιά ἄλλους λόγους. Ὅμως, ὁ Χριστιανός πρέπει νά νηστεύη, γιατί θέλει νά ἀποκτήση ἑνότητα μέ τόν Χριστό, νά ἑλκύση τήν Χάρη Του, νά μεταμορφωθῆ καί αὐτός μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος μέ τήν κατά Χριστόν προσευχή καί νηστεία φωτίζεται, λαμπρύνεται, μεταμορφώνεται ψυχικά καί σωματικά, καί ἔτσι ἐκδιώκει τόν διάβολο καί τίς ἐνέργειές του, ὁ ὁποῖος διάβολος εἶναι σκοτεινό πνεῦμα καί σκοτίζει αὐτούς πού συνδέονται μαζί του.

Ἄν θέλουμε νά φωτισθῆ ὁ νοῦς, ἡ ψυχή καί τό σῶμα, καί νά μεταμορφώσουμε ὅλη τήν ὕπαρξή μας, νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό κάθε ψυχική καί σωματική ἐξάρτηση, πρέπει νά προσευχόμαστε καί νά νηστεύουμε, μέ ὅλη τήν θεολογική προοπτική πού θέτει ἡ Ἐκκλησία μας.

* * *

Ὁ θυμός καί οἱ επιθυμίες

Ἕνας ταλαίπωρος ἄνθρωπος πλησίασε στόν Χριστό καί ἀφοῦ γονάτισε μπροστά Του, τοῦ ζήτησε τήν εὐσπλαχνία καί τό ἔλεός Του, γιατί ὁ υἱός του σεληνιαζόταν, δηλαδή εἶχε δαιμόνιο, ὅπως ἀποδείχθηκε στήν συνέχεια καί, ὅταν καταλαμβανόταν ἀπό αὐτό, ἄλλες φορές ἔπιπτε στήν φωτιά, καί ἄλλες φορές στό νερό. Τοῦ εἶπε χαρακτηριστικά: «Πολλάκις πίπτει εἰς τό πῦρ καί πολλάκις εἰς τό ὕδωρ» (Ματθ. ιζ΄, 15).

Ὁ ἱερός Θεοφύλακτος ἑρμηνεύοντας αὐτήν τήν περικοπή λέγει ὅτι μέ τόν νέο αὐτό ὁμοιάζει καί κάθε ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἀλλοιώνεται, ὅπως ἡ σελήνη, γιατί ἄλλοτε φαίνεται μέγας κατά τήν ἀρετή καί ἄλλοτε ἐλαττώνεται καί ἀφανίζεται. Πρόκειται γιά τόν ἄφρονα ἄνθρωπο πού δέν εἶναι ἰσορροπημένος πνευματικά καί ἄλλοτε ἐκδηλώνει μερικές ἀρετές καί ἄλλοτε ἐκδηλώνει τίς κακίες του, στήν πραγματικότητα πρόκειται γιά ἕναν ὑποκριτή ἄνθρωπο.

Ἐπίσης, ὁ ἴδιος ἑρμηνευτής τονίζει ὅτι ὁ ἄφρων ἄνθρωπος, ὅταν σεληνιάζεται, πέφτει ἄλλοτε στήν φωτιά τοῦ θυμοῦ καί τῆς ἐπιθυμίας, καί ἄλλοτε στό νερό, δηλαδή στόν βίο τοῦ κόσμου τούτου πού συνδέεται μέ πολλές φροντίδες, ὁπότε χάνει τό πραγματικό νόημα τῆς ζωῆς του.

Πράγματι ὁ θυμός καί ἡ σαρκική ἐπιθυμία ὁμοιάζουν μέ τήν φωτιά, πού ὅταν κυριεύσουν τόν ἄνθρωπο καίουν κάθε εὐγενικό στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεώς του, τόν ἀναστατώνουν, τόν ἐξοργίζουν, τόν καθιστοῦν ἀκοινώνητο ἄνθρωπο. Ἄν ἐξετάση κανείς στό βάθος τά πράγματα, θά διαπιστώση ὅτι πολλές σωματικές καί ψυχολογικές ἀνωμαλίες ἔχουν τήν αἰτία τους στόν θυμό καί τίς ἐπιθυμίες. Ἐπίσης, οἱ πολλές φροντίδες στήν ζωή μας μᾶς βυθίζουν μέσα στό νερό, χωρίς νά ἔχουμε τήν δυνατότητα νά χαιρόμαστε τήν πραγματική ζωή, χωρίς νά ἔχουμε ὑψηλούς σκοπούς καί ἐπιδιώξεις, χωρίς νά ἀτενίζουμε ψηλά καί νά ἐκπληρώνουμε τόν σκοπό τῆς ὑπάρξεώς μας, ὅπως τό συνιστᾶ ἡ λέξη ἄνθρωπος, πού παράγεται ἀπό τό ἄνω θρώσκω.

Ἄν θά μπορούσαμε νά συνεχίσουμε λίγο αὐτήν τήν σκέψη, θά λέγαμε ὅτι ἡ φωτιά μέσα στήν ὁποία πέφτει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος εἶναι οἱ σαρκικές ἐπιθυμίες, πού δημιουργοῦν τεράστια προβλήματα, καί τό νερό εἶναι ἡ ὑπερβολική δόση τῶν ποτῶν, ἀκόμη δέ καί τά ναρκωτικά τά ὁποῖα σκοτώνουν κάθε ὑψηλό νόημα καί ἀνώτερη ἐπιδίωξη. Οἱ πυρκαγιές καί οἱ πλημμύρες εἶναι πολύ μεγάλα κακά. Πόσες, ὅμως, πνευματικές πυρκαγιές καί πνευματικές πλημμύρες δέν βασανίζουν τούς ἀνθρώπους, ἰδιαιτέρως τούς νέους μας;

Πολλοί ἔχουν ἐπισημάνει ὅτι τά βασικά προβλήματα πού ἀπασχολοῦν τούς συγχρόνους ἀνθρώπους εἶναι τό ἐσωτερικό κενό, οἱ τύψεις τῆς συνειδήσεως καί ὁ φόβος τοῦ θανάτου. Αὐτά δέν εἶναι ἄσχετα ἀπό τά πάθη πού μᾶς βασανίζουν. Γι᾽ αὐτό καί χρειαζόμαστε θεραπεία, τήν ὁποία μόνον ὁ Χριστός διά τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νά μᾶς προσφέρη.

Ἄς εὐχηθοῦμε στόν Χριστό νά μᾶς ἀπαλλάξη ἀπό αὐτόν τόν ἰδιότυπο σεληνιασμό πού μᾶς ρίχνει ἤ στήν φωτιά τοῦ θυμοῦ καί τῆς σαρκικῆς ἐπιθυμίας γιά νά καοῦμε ἤ στό νερό τῶν βιοτικῶν μεριμνῶν γιά νά πνιγοῦμε, ἀλλά καί νά μᾶς δώση τήν δροσιά τοῦ πνεύματος.

ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο Ἀναγνωστικό Κατήχησης

Δεῖτε ἐπίσης: ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΩΝ

ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ ΧΡΟΝΙΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ




Προφίλ

Οἱ ἐκδόσεις τῆς γυναικείας Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας) ἀπό τό 1982 ἐκδίδουν καί διακινοῦν σέ ὅλο τόν κόσμο τά βιβλία τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἱδρυτής καί πνευματικός πατέρας τῆς ἀδελφότητος.

Μάθετε περισσότερα...

banks
Login-iconLogin
active³ 5.5 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης