Κυριακή ΙΑ´ Ματθαίου, θεία Εὐχαριστία καί ζωή

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

(Ματθ. ιη´ 23-35)

   

Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ ὃς ἠθέλησεν συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα ἔχει, καὶ ἀποδοθῆναι. πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ λέγων, Μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοί, καὶ πάντα ἀποδώσω σοι. σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτόν, καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγεν λέγων, Ἀπόδος εἴ τι ὀφείλεις. πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων, Μακροθύμησον ἐπ’ ἐμοί, καὶ ἀποδώσω σοι. ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον. ἰδόντες οὖν οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τὰ γενόμενα. τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ, Δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς κἀγὼ σὲ ἠλέησα; καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον. Οὕτως καὶ ὁ πατήρ μου ὁ οὐράνιος ποιήσει ὑμῖν ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν.

Θεία Εὐχαριστία καί ζωή

«οὐκ ἔδει καί σέ ἐλεῆσαι τόν σύνδουλόν σου, ὡς καί ἐγώ σε ἠλέησα;» (Ματθ. ιη´, 33)

Ἡ παραβολή τοῦ ἀχαρίστου καί σκληροῦ δούλου μᾶς δείχνει τήν μεγάλη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ καί τήν μεγάλη ἀπανθρωπία τοῦ ἀνθρώπου. Ἐνῶ ὁ Θεός μέ τήν ἀγάπη Του συγχωρεῖ ὅλα τά μεγάλα πταίσματά μας, ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά συγχωρήσουμε τά μικρά πταίσματα τῶν ἀδελφῶν μας.

 Μερικές πτυχές αὐτῆς τῆς ἀλήθειας θέλουμε νά ὑπογραμμίσουμε στήν συνέχεια.

* * *

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς συγκρίνοντας τήν περικοπή τῆς Δευτέρας Παρουσίας μέ τήν παραβολή τοῦ ἀχαρίστου δούλου, τοῦ ὀφειλέτου τῶν μυρίων ταλάντων, λέγει ὅτι ἡ πρώτη ἀναφέρεται στό μελλοντικό δικαστήριο, ἐνῶ τά γεγονότα τῆς δευτέρας «τοῦ παρόντος ἐστιν αἰῶνος». Πράγματι, ἡ ἄφεση τοῦ χρέους τοῦ δούλου, ἡ σκληροκαρδία του πρός τόν σύνδουλό του, ἡ ἐκ νέου τιμωρία του κλπ. δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναφέρωνται στό φοβερό, ἀδέκαστο καί τελεσίδικο δικαστήριο.

Ἐξηγώντας ὁ θεῖος Γρηγόριος πῶς τά γεγονότα τῆς παραβολῆς ἀναφέρονται στήν παροῦσα ζωή, λέγει ὅτι ὁ Ἱερός Ναός εἶναι οὐρανός καί μέσα στό καταπέτασμα –ἱερό Βῆμα– ὑπάρχει ὁ δεσποτικός θρόνος, ἐπάνω στόν ὁποῖο κάθεται ὁ Βασιλεύς τοῦ παντός καί «συναίρει λόγον ἀοράτως μετά τῶν δούλων αὐτοῦ». Ὅλοι ἐμεῖς πού εἰσήλθαμε στόν Ἱερό Ναό βρισκόμαστε μπροστά στόν Χριστό. Ἀπ᾿ ὅσα λέγονται κατά τήν διάρκεια τῆς λατρείας καί τῆς θείας Λειτουργίας ἀντιλαμβανόμαστε τό μεγάλο χρέος πού ἔχουμε ἀπέναντι στό Δεσπότη Χριστό. Συγχρόνως, βλέπουμε τίς κολάσεις καί τίς τιμωρίες πού μᾶς περιμένουν. Ὅμως, βρισκόμενοι στόν Ναό μετανοοῦμε, πέφτουμε κάτω στήν γῆ, προσευχόμαστε στόν Θεό, δίνουμε ὑπόσχεση ὅτι θά ἀλλάξουμε διαγωγή καί θά ζήσουμε θεαρέστως κατά τόν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μας. Τότε ὁ Χριστός συγχωρεῖ ὅλο τό χρέος μας. Ὅμως ἐμεῖς συνήθως, ἐξερχόμενοι τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, «βαρεῖς αὐτοῖς (τοῖς ἀδελφοῖς μας) ἐσμέν καί ἀνηλεεῖς καί ἀμείλικτοι», σκεπτόμενοι τό μικρό τους χρέος πού ὀφείλουν σέ μᾶς. Ἔτσι, ὁ Χριστός βλέποντας τό πρός «τούς ὁμοφύλους ἀσυμπαθές ἡμῶν καί ἀνένδοτον ὀργίζεται καθ᾿ ἡμῶν δικαίως» καί μᾶς παραδίδει στούς βασανιστάς. Δηλαδή, μᾶς παραδίδει ἀφ᾿ ἑνός μέν στούς τωρινούς πειρασμούς, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ στήν αἰώνια καί ἀτελεύτητη κόλαση.

Αὐτή ἡ εὐχαριστιακή ἀνάλυση ἔχει βαθύ νόημα καί ἀποκτᾶ μεγάλη ἐπικαιρότητα. Στήν θεία Λειτουργία βιώνουμε τήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ καρδιά μας συλλαμβάνει τό ἔλεος καί τήν εὐσπλαγχνία Του. Εἶναι πολύ χαρακτηριστικό ὅτι ὅλα τά τροπάρια τῆς Ὀρθοδόξου λατρείας μας ζητοῦν τό ἔλεος ἤ καταλήγουν μέ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμη ἡ ἀδιάλειπτη κραυγή τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι τό «Κύριε ἐλέησον».

Ἔτσι, ἐξερχόμενοι ἀπό τήν θεία Λειτουργία πρέπει νά εἴμαστε ἐλεήμονες στούς ἀδελφούς μας. Νά μήν ἐνθυμούμαστε τό τί μᾶς ἔκαναν οἱ ἄλλοι. Πρέπει ὅλα νά εἶναι μεταμορφωμένα. Ὄχι μόνον νά «παρακολουθοῦμε» τήν θεία Λειτουργία, ἀλλά νά φεύγουμε λειτουργημένοι καί νά συνεχίζουμε τήν θεία Λειτουργία στήν ζωή μας. Ὅ,τι λειτουργεῖται, αὐτό λειτουργεῖ σωστά καί ὅ,τι προσφέρεται αὐτό προσφέρει. Ἡ περίπτωση Χριστιανῶν, πού φεύγουν ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ τό μίσος καί τήν ἐκδίκηση φανερώνει ὅτι δέν ἔχουν λειτουργηθῆ. Ἔμειναν λίγες ὧρες στόν Ναό, χωρίς νά καταλάβουν τίποτε.

* * *

Ἡ παραβολή τοῦ ἀχαρίστου δούλου δείχνει καθαρά τό περιεχόμενο τοῦ ὀρθοδόξου ἤθους. Ὅταν λέμε ἦθος δέν ἐννοοῦμε ἁπλῶς τήν «ἠθική» τήν ὁποία πολλοί ἐπιμένουν μονομερῶς νά τονίζουν, οὔτε τούς ἐξωτερικούς καλούς τρόπους συμπεριφορᾶς, ἀλλά τήν στάση πού πρέπει νά τηροῦμε ἀπέναντι στόν Θεό καί ἀπέναντι στόν συνάνθρωπο. Ἀπό τήν στάση αὐτή δείχνουμε κατά πόσο ἔχουμε ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικό φρόνημα. Μποροῦμε νά ποῦμε μέ βεβαιότητα, ὅτι αὐτή συνδέεται στενά μέ τό ἔλεος. Στεκόμαστε μπροστά στόν Θεό γιά νά ζητήσουμε ἔλεος γιά τό πλῆθος τῶν παραπτωμάτων μας, γιά τήν ἐκδαπάνηση τῶν πολλῶν χαρισμάτων, πού μᾶς ἔδωσε, καί πλησιάζουμε τούς ἀδελφούς μας γιά νά προσφέρουμε ἔλεος. Εἶναι παρατηρημένο ὅτι ὅσοι ἔχουν αἰσθήσεις πνευματικές καί αἰσθάνονται τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, αὐτοί σκορπᾶνε ἔλεος συνεχῶς στούς ἀδελφούς τους. Οἱ φιλόθεοι εἶναι καί φιλάνθρωποι.

Ἐμεῖς ὅμως δέν ἔχουμε ὀρθόδοξο ἦθος καί κάνουμε δυστυχῶς τό ἀντίθετο. Δέν πλησιάζουμε τόν Θεό γιά νά ζητήσουμε ἔλεος οὔτε πλησιάζουμε τούς ἀδελφούς μας γιά νά προσφέρουμε ἔλεος. Ἀπομακρυσμένοι ἀπό τόν Θεό, εἴμαστε ἀπομακρυσμένοι καί ἀπό τόν ἀδελφό. Ἔτσι ἐξηγεῖται τό ὅτι εἴμαστε σκληροί καί ἀνάλγητοι πρός τούς ἀδελφούς μας. Τό δέ φοβερότερο εἶναι ὅτι κάποτε καί αὐτοί πού φωνάζουν γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώματα καί εἶναι οἱ «καθώς πρέπει» ἄνθρωποι, εἶναι οἱ πιό σκληροί. Δέν συγκινοῦνται ἀπό τά ἀτομικά ἤ ὁμαδικά ἐγκλήματα, ἀφοῦ ἐξυπηρετοῦνται τά δικά τους συμφέροντα.

Αὐτό τό κακό ἔχει, δυστυχῶς, μεταφερθῆ καί μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Πολλοί ἀπό μᾶς πού αἰσθανόμαστε τήν ἀνάγκη νά ἐκκλησιασθοῦμε, δέν ἔχουμε ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικό ἦθος. Ἡ πορεία μας πρός τόν Θεό γίνεται μᾶλλον γιά νά ἐπιβραβεύση τίς «ἀρετές» πού νομίζουμε ὅτι ἔχουμε. Καί ἡ πορεία μας πρός τόν ἀδελφό γίνεται γιά νά ἐπιβληθοῦμε. Διαρκῶς ζητοῦμε ἤ δίνουμε ἐξηγήσεις, κάνουμε μεγάλες συζητήσεις, μέ σκοπό νά δικαιολογοῦμε τόν ἑαυτό μας καί νά ἐπιβάλλουμε τίς ἀπόψεις μας. Ἐνῶ λέμε πολλές ὀρθόδοξες, πατερικές ἀπόψεις δέν ἔχουμε μετάνοια καί ἀληθινή ταπείνωση. Δέν ἀγαποῦμε τόν ἀδελφό. Δέν εἴμαστε διατεθειμένοι νά συγχωρήσουμε ὅ,τι μᾶς ἔκανε. Ὁπότε δέν ἔχουμε ὀρθόδοξο ἦθος.

* * *

Ἡ περίπτωση τοῦ ἀχαρίστου δούλου φανερώνει καί μιά ἄλλη πλευρά. Ὁ δοῦλος ἦταν σκληροκάρδιος. Δέν εἶχε καθόλου εὐαίσθητη καρδιά γιά νά συγκινηθῆ ἀπό τόν πόνο τοῦ ἄλλου. Στήν σύγχρονη κοινωνία γίνεται πολύς λόγος γιά εὐαισθησία. Ἐπειδή οἱ νέοι ζοῦν σέ μιά «λογική» κοινωνία, πού εἶναι γεμάτη σκληρότητα καί συμφέρον, ἀναζητοῦν κάτι εὐαίσθητο. Κάνουν μιά προσπάθεια γιά νά ξεφύγουν ἀπό τόν σκληρό κλοιό τῆς ὑποκρισίας καί ἀπανθρωπίας. Θέλουν νά γίνουν εὐαίσθητοι ἄνθρωποι. Καί τό ἐπιχειροῦν μέ πολλούς τρόπους, μέ ἀποτέλεσμα νά πέφτουν σέ διάφορες πλάνες.

Ὅταν ὅμως μιλᾶμε γιά εὐαισθησία δέν ἐννοοῦμε μιά συναισθηματική κατάσταση ἤ ὅταν λέμε καρδιά δέν ἐννοοῦμε ἕνα συναίσθημα καθώς ἐπίσης ὅταν μιλᾶμε γιά διαφυγή ἀπό τήν ψυχρότητα τῆς λογικῆς δέν ἐννοοῦμε ἕνα πέρασμα στή χώρα τοῦ ὀνείρου καί τῶν ψευδαισθήσεων, οὔτε τήν κίνηση στόν χῶρο στόν ὁποῖο βρισκόμασταν πρίν ἔλθουμε στήν ὕπαρξη, γιατί αὐτό εἶναι αὐτοκτονία καί αὐτοκαταστροφή. Ἐννοοῦμε κυρίως τήν ἔλευση τῆς θείας Χάριτος στήν καρδιά. Ἡ καρδιά ὅταν καθαρίζεται, γίνεται τρομερά εὐαίσθητη, συλλαμβάνει ὅλα τά προβλήματα τοῦ κόσμου καί μέ πόνο, πού εἶναι συνδεδεμένος μέ τήν ἀγάπη καί τήν εἰρήνη, προσεύχεται γιά ὅλο τόν κόσμο. Σάν πομπός συλλαμβάνει τόν πόνο τοῦ κόσμου καί διά τῆς προσευχῆς προσφέρει ἀποτελεσματική βοήθεια.

Ὅταν αἰσθανθοῦμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ τότε θά γίνουμε πραγματικοί ἐλεήμονες. Θά ἔχουμε πνευματική εὐαισθησία, θά βιώνουμε τό ὀρθόδοξο ἦθος καί δέν θά εἴμαστε ἀχάριστοι καί σκληροί δοῦλοι.

* * * 

    

Ὁ ὀφειλέτης τῶν μυρίων ταλάντων, ἐνῶ δέχθηκε τήν φιλανθρωπία τοῦ κυρίου του, αὐτός δέν ἀντιμετώπισε φιλάνθρωπα τόν σύνδουλό του πού τοῦ χρωστοῦσε «ἑκατόν δηνάρια». Ζητοῦσε τήν ἄμεση ἀπόδοση τοῦ ποσοῦ μέ τρόπο πολύ σκληρό: «καί κρατήσας αὐτόν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἰ τι ὀφείλεις» (Ματθ. ιη´, 28). Δέν δίστασε ἀκόμη νά τόν ρίξη στήν φυλακή ἕως ὅτου ἐπιστρέψει ὅλο τό ποσό.

Πολλή σκληρή διαγωγή τοῦ δούλου αὐτοῦ πρός τόν σύνδουλό του. Στό ἐρώτημα, γιατί συμπεριφέρεται τόσο ἀπάνθρωπα, μιά ἀπάντηση ὑπάρχει. Γιατί ὁ ἴδιος βιώνει τό πρόβλημα τῆς ἐνοχῆς. ῏Ηταν καί αὐτός ὀφειλέτης, μεγάλου μάλιστα ποσοῦ, καί ἡ συνείδησή του τόν ἐλέγχει. Πωρωμένος ἀκόμη δέν μπορεῖ νά ἐκτιμήση τήν φιλανθρωπία τοῦ κυρίου του, πού τόν συνεχώρησε γιά τήν κατάχρηση τῶν «μυρίων ταλάντων». Αὐτή ἡ διαγωγή εἶναι ἀποκαλυπτική καί γιά τήν σημερινή ἐποχή ἡ ὁποία, σύν τοῖς ἄλλοις, χαρακτηρίζεται σκληρή καί ἀπάνθρωπη.

Πράγματι, σήμερα δέν συγκινούμαστε ἀπό τήν ἀδικία, ἀπό τό κλάμα τοῦ πτωχοῦ, τόν πόνο τοῦ ἀρρώστου, τήν ὀδύνη τοῦ ψυχικά τραυματισμένου ἀνθρώπου. Δέν εἴμαστε διατεθειμένοι νά συγχωρήσουμε τόν συνάνθρωπό μας γιά ὅ,τι μᾶς ἔκανε. Ἐπί πλέον συνεχῶς ἐλέγχουμε τήν διαγωγή τῶν ἄλλων, τούς κατακρίνουμε, σχολιάζουμε κριτικά τό ὑπάρχον σύστημα καί γενικά φερόμαστε σκληρά στούς ἄλλους. Πόσες φορές καί μεῖς δέν πνίγουμε τόν ἀδελφό μας; Πόσες φορές δέν τοῦ στεροῦμε τήν ἐλευθερία του; Γίνεται αὐτό γιατί βιώνουμε προσωπικές ἐνοχικές καταστάσεις, γιατί εἴμαστε γεμάτοι ἀπό συμπλέγματα. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὅσο εἴμαστε δέσμιοι ἐσωτερικά, δοῦλοι τῶν παθῶν μας, τόσο πνίγουμε τόν ἄλλον καί ἐπιδιώκουμε μέ κάθε τρόπο νά τοῦ στερήσουμε τήν ἐλευθερία καί νά τόν κλείσουμε στούς δικούς μας κανόνες σκέψεως καί ζωῆς.

Εἶναι ἀπόσταγμα πατερικῆς σοφίας καί ἐπιστημονικῆς ἀκόμη ἀναλύσεως, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὅσο εἶναι ἁμαρτωλός, τόσο εἶναι ἐπιθετικός. Συνήθως αὐτοί πού ἔχουν ἐσωτερικά προβλήματα καί ἐσωτερική ἀνασφάλεια ἐπιτίθενται συνεχῶς ἐναντίον τῶν ἄλλων. Αὐτό τό βλέπουμε καί στόν Φαρισαῖο τῆς Παραβολῆς. Ὑποκριτής καί τρομερά ἐγωϊστής δέν περιορίζεται στό νά καυχηθῆ γιά τίς «ἀρετές» του, ἀλλά ἐπιτίθεται καί ἐναντίον τοῦ Τελώνου: «οὐκ εἰμί ὥσπερ οἱ λοιποί τῶν ἀνθρώπων... ἤ ὡς οὗτος ὁ τελώνης» (Λουκ. ιη´, 11) ἔλεγε.

Ἀντίθετα ὅσοι εἶναι ἐσωτερικά ἐλεύθεροι δέν περιορίζουν τόν ἄλλον. Σέβονται ἀπόλυτα τήν ἐλευθερία του. Τέτοιοι εἶναι οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ. Πλησιάζεις ἕναν ἅγιο καί αἰσθάνεσαι τήν ἀπέραντη φιλανθρωπία του ἤ μᾶλλον καλύτερα τήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ διά τῶν ἁγίων φανερώνεται ἡ Εἰκών τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός, πού εἶναι τό ἀρχέτυπο τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἅγιος σέ πλησιάζει, ὅταν θελήσης καί ὅσο ἀντέχεις καί μόλις καταλάβει πώς δέν τόν θέλεις, διακριτικά ἀποχωρεῖ. Ὅταν ἀναλαμβάνη πνευματική ἐγχείρηση δέν προχωρεῖ περισσότερο ἀπό ὅσο ἀντέχει ὁ πνευματικός μας ὀργανισμός. Μᾶς μιλᾶ στήν γλώσσα μας. Μᾶς καταλαβαίνει καί τόν καταλαβαίνουμε.

Ἀπό τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας δέν λείπει ἡ «ἐλευθερία», ἀλλά ὁ Χριστός, πού εἶναι ἡ πραγματική ἐλευθερία, ζωή καί ἀλήθεια. Αὐτή τήν ἐνυπόστατη Ἐλευθερία μᾶς τήν φανερώνουν οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ πού καί σήμερα ὑπάρχουν.

ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο Ὅσοι Πιστοί

Δεῖτε ἐπίσης: ΟΙ ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΟΙ ΠΑΡΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ




Προφίλ

Οἱ ἐκδόσεις τῆς γυναικείας Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας) ἀπό τό 1982 ἐκδίδουν καί διακινοῦν σέ ὅλο τόν κόσμο τά βιβλία τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἱδρυτής καί πνευματικός πατέρας τῆς ἀδελφότητος.

Μάθετε περισσότερα...

banks
Login-iconLogin
active³ 5.5 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης