Κυριακή ΙΖ´ Ματθαίου, ἡ θεραπεία τῆς κόρης τῆς Χαναναίας

Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

Κυριακή ΙΖ΄ Ματθαίου (Ματθ. ιε΄ 21-28)

Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος. Καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγασεν αὐτῷ λέγουσα· Ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυῒδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. Ο δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτουν αὐτὸν λέγοντες· Ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. Ο δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ. Η δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. Ο δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. Η δὲ εἶπε· Ναί, Κύριε, καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. Τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης.


Ἡ ἑνότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως

«ἐλέησόν με, Κύριε, υἱέ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται» (Ματθ. ιε´, 22)

   

Ὁ πόνος τῆς Χαναναίας γυναίκας γιά τήν δαιμονισμένη θυγατέρα της, ὅπως καί ἡ μεγάλη της πίστη στόν Χριστό, τήν ἔκαναν νά κράζη: «ἐλέησόν με, Κύριε, υἱέ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται» (Ματθ. ιε´, 22). Ἡ αἴτησή της εἶναι προσωπική, ἔστω κι ἄν ἀφοροῦσε περισσότερο τήν θυγατέρα της, γιατί ὁ πόνος τοῦ παιδιοῦ της εἶναι καί δικός της πόνος. Ζητᾶ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, γιατί αὐτό εἶναι πηγή ἀνεξάντλητη καί δύναμη ἀνέκφραστη. Καί ὁ Χριστός προσφέρει στήν θυγατέρα της τήν θεραπεία, ἐπειδή τό ζήτησε ἡ μητέρα της μέ πολλή πίστη. «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις. Γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. Καί ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπό τῆς ὥρας ἐκείνης» (Ματθ. ιε´, 28).

Τό γεγονός αὐτό μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά διατυπώσουμε μερικές μεγάλες ἀλήθειες, μέ ἁπλά ὅμως λόγια, γύρω ἀπό τήν ἑνότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Αὐτή ἡ ἑνότητα φαίνεται ἀφ᾿ ἑνός μέν στήν οἰκογένεια, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ στήν κοινωνία.

Κάθε μάνα πονάει ὑπερβολικά ὅταν δυστυχῆ τό παιδί της, γιατί αἰσθάνεται βαθειά τήν ἑνότητα μαζί του. Κοινωνεῖ μαζί του, ἀφοῦ ἡ σάρκα του εἶναι καί δική της. Αὐτό ὅμως συμβαίνει μέ ὅλα τά μέλη τῆς οἰκογενείας. Ἡ οἰκογένεια, ὅπως ξέρουμε, δέν εἶναι μιά ἀπρόσωπη ὁμάδα, ἀλλά «ἑτερόφυλη ἑνότητα προσώπων» καί ἑπομένως ὅλα τά μέλη της συνδέονται μεταξύ τους, ὅπως τά μέλη τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος. Ἔτσι, τό ἕνα μέλος δέν μπορεῖ νά ἡσυχάση ἀπό τήν ταλαιπωρία τοῦ ἄλλου, τήν δέ λύτρωση τοῦ ἄλλου ἀπό τήν δεινή κατάστασή του τήν θεωρεῖ ὡς προσωπικό γεγονός.

Ἔχουμε πολλά παραδείγματα πού ἀποδεικνύουν αὐτήν τήν ἀλήθεια. Μητέρα προτιμᾶ τόν θάνατο γιά νά χαρίση ζωή στό παιδί της. Γονεῖς θυσιάζονται γιά τά παιδιά καί τά παιδιά γιά τούς γονεῖς. Ὁ ψυχικός πόνος τῆς μητέρας εἶναι μεγάλος, θά ἔλεγε κανείς ἀνέκφραστος, ἀπό τήν ἀκαταστασία καί τήν ταλαιπωρία τοῦ παιδιοῦ της.

Ὅ,τι ἔζησε ἡ Χαναναία γυναίκα καί ὅ,τι γίνεται μέσα σέ κάθε πραγματική οἰκογένεια παρατηρεῖται καί σέ παγκόσμια κλίμακα.

Οἱ ἅγιοι καί θεοφόροι Πατέρες διδάσκουν ὅτι ὑπάρχει ἑνότητα ὅλης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί ἑνότητα αὐτῆς μέ τόν φυσικό κόσμο. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὄχι μόνον αὐτοί πού τώρα ζοῦν, ἀλλά καί ἐκεῖνοι πού κοιμήθηκαν ἤ πού πρόκειται νά γεννηθοῦν, ὡς δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ «κατ᾿ εἰκόνα» καί «καθ᾿ ὁμοίωσίν» Του, ἀνήκουν στήν μεγάλη παγκόσμια οἰκογένειά Του.

Γιά νά εἴμαστε πιό ἀκριβεῖς θά λέγαμε ὅτι ἀμέσως μετά τήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ὑπῆρχε ἑνότητα τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, μέ τόν ἑαυτό του, μεταξύ τους, μέ ὅλη τήν δημιουργία. Ἀλλά μέ τήν διάπραξη τῆς ἁμαρτίας ἔσπασε αὐτή ἡ ἑνότητα καί ὁ ἄνθρωπος βρέθηκε ἀμέσως στήν κατάσταση τῆς διαιρέσεως. Ἔτσι, διασπάστηκε ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Θεό, διασπάστηκαν οἱ ἄνθρωποι μεταξύ τους, διασπάστηκε ὁ ἄνθρωπος ἐσωτερικά, διασπάστηκε ὅλη ἡ φύση ἀπό τόν Θεό, καθώς ἐπίσης καί ὁ σύνδεσμος τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν φύση. Ἡ ἁμαρτία εἶναι μιά διαίρεση καί ἀλλοτρίωση τοῦ ἀνθρώπου. Ἔκτοτε ἡ αἴσθηση καί ἡ πραγματοποίηση τῆς ἑνότητος, λόγῳ τῆς ἁμαρτίας, εἶναι μιά ὀδυνηρή καί ἀπραγματοποίητη προσπάθεια.

Ἀλλά αὐτή ἡ ἑνότητα πού γιά τούς ἁμαρτωλούς εἶναι μιά οὐτοπία, γιά τούς ἁγίους καί τούς ἀγγέλους ἔχει πραγματοποιηθῆ μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἑνότητα ὅλου τοῦ κόσμου. Διά τοῦ Χριστοῦ πραγματοποιεῖται ἡ ἑνότητα ἁγίων καί ἀνθρώπων, ἐπιγείων καί ἐπουρανίων, ζώντων καί κεκοιμημένων. Ὅσοι εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας αἰσθάνονται βαθειά αὐτήν τήν ἑνότητα, ἡ ὁποία δέν εἶναι σύνολο μιᾶς ἀπρόσωπης κοινωνίας, ἀλλά ἑνότητα προσώπων. Μετά τήν πτώση ὁ ἄνθρωπος ἔχασε τήν «ἀγαπητική κοινωνία» καί ἔπεσε στήν «αὐτονομημένη ἀτομικότητα», δηλαδή ἀπό πρόσωπο ἔγινε ἄτομο. Τώρα μέσα στήν Ἐκκλησία ἐπιστρέφει πάλι στήν ἀρχική του κατάσταση, ἀνεβαίνει δέ καί ψηλότερα. Ἀπό ἄτομο γίνεται πρόσωπο πού διακρίνεται γιά τήν ἀγάπη, διά τῆς ὁποίας ἑνώνεται μέ ὅλους καί αἰσθάνεται τήν ἑνότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.

Ἀλλά τήν πραγματική ἑνότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, πού δέν τήν ἐκπροσωπεῖ ἡ πολιτική, ἡ κοινωνική καί ἡ οἰκονομική κίνηση, ἀλλά ἡ ἐν Χριστῷ κοινωνία, τήν αἰσθάνονται μόνον οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί καθαρίσθηκαν ἀπό τίς φθοροποιές δυνάμεις τῶν παθῶν καί ἀποκατέστησαν τήν ἀξία τοῦ προσώπου. Συνεπῶς, μόνον αὐτοί ζοῦν τό δράμα τῆς ἀνθρωπότητος μέ δύο μαρτυρικές συνέπειες.

Πρῶτον, αἰσθάνονται ὅτι κάθε προσωπική τους ἁμαρτία, λόγῳ τῆς βίωσης τῆς ἑνότητος, βαρύνει τήν ζωή ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος. Δέν αἰσθάνονται τίποτε τό ἀτομικό. Διαπράττοντας μιά ἁμαρτία δέν πονᾶνε γιατί παρέβησαν ἁπλῶς τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά γιατί ἔχασαν τήν θεία Χάρη, καί ἡ νέκρωση ἀπό τήν ἀπουσία Της πέφτει ἐπάνω στόν κόσμο, ὅπως ἀκριβῶς ἡ ἁμαρτία τοῦ Ἀδάμ εἶχε κοσμικές συνέπειες. Γι᾿ αὐτό οἱ ἅγιοι βιώνουν τόν ἀδαμιαῖο θρῆνο.

Δεύτερον, βιώνουν ὡς προσωπικά τους ἔργα ὅλα ὅσα συμβαίνουν στήν ἀνθρωπότητα. Ἐπάνω τους πέφτουν ὅλες οἱ ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς καί αὐτό δημιουργεῖ ἀφόρητο πόνο. Τότε σάν τήν Χαναναία προσεύχονται γι᾿ αὐτούς μέρα καί νύκτα. Προσεύχονται μέ δάκρυα καί ὀδύνη γιά ζωντανούς καί κεκοιμημένους. Γίνονται μέ τόν τρόπο αὐτό οἱ μεγαλύτεροι ἱεραπόστολοι, ἀφοῦ, κατά τό πρότυπο τοῦ Κυρίου, γιά χάρη τῶν ἀδελφῶν τους εἰσέρχονται στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, ἀνεβαίνουν στόν σταυρό, κατεβαίνουν στήν κόλαση καί στόν ἅδη.

Ὄντως μαρτυρική ἱεραποστολή. Ἔλεγε κάποιος ἅγιος ὅτι τό νά προσεύχεσαι γιά τούς ἄλλους εἶναι σάν νά χύνης αἷμα. Κι ὅμως ἐμεῖς ἀγνοοῦμε τήν ὕπαρξη αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων πού σηκώνουν αὐτόν τόν μεγάλο σταυρό καί βιώνουν αὐτήν τήν σταυρική μορφή ἐξυπηρετήσεως τῶν ἀνθρώπων. Τούς ἀγνοοῦμε γιατί δέν ἔχουμε αἰσθανθῆ ποτέ τήν πραγματική ἑνότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Εἴμαστε κλεισμένοι μέσα στόν κλοιό τοῦ ἀτομισμοῦ.

Μιμούμενοι τήν Χαναναία γυναίκα καί παραδειγματιζόμενοι ἀπό τούς ἁγίους ἄς προσευχόμαστε καί γιά τούς ἄλλους. Ἄς γίνη ὁ πόνος τους προσωπικός μας πόνος, γιατί τότε καί ἡ σωτηρία τους θά συντελέση στήν δική μας σωτηρία.

ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο Ὅσοι Πιστοί

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ




Προφίλ

Οἱ ἐκδόσεις τῆς γυναικείας Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας) ἀπό τό 1982 ἐκδίδουν καί διακινοῦν σέ ὅλο τόν κόσμο τά βιβλία τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἱδρυτής καί πνευματικός πατέρας τῆς ἀδελφότητος.

Μάθετε περισσότερα...

banks
Login-iconLogin
active³ 5.5 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης