Ἡ Θεοπτία στήν Παλαιά Διαθήκη

Πῶς ἔβλεπαν οἱ θεόπτες τόν Θεό;

   

Τό ἑπόμενο ἐρώτημα εἶναι: Πῶς ἔβλεπαν οἱ θεόπτες τόν Θεό; Θά μοῦ πῆτε ὅτι αὐτά εἶναι σχολαστικά. Ὄχι, δέν εἶναι σχολαστικά. Οἱ σχολαστικοί φιλόσοφοι προσπαθοῦσαν νά δώσουν ἑρμηνεία τῶν θεμάτων αὐτῶν, ἀλλά τό ἔκαναν μέσα ἀπό τήν φιλοσοφία καί τήν λογική. Ἐμεῖς δέν ἑρμηνεύουμε τά γεγονότα μέσα ἀπό τήν λογική. Φυσικά χρησιμοποιοῦμε τήν λογική γιά νά τά καταγράψουμε καί νά τά ἑρμηνεύσουμε ἐξωτερικά, ἀλλά ἡ ἐμπειρία δέν γίνεται μέ τήν λογική. Αὐτό, λοιπόν, εἶναι μιά διαφορετική ἑρμηνευτική προσέγγιση αὐτῶν τῶν θεμάτων. Ἑπομένως, πῶς ἔβλεπαν τόν Θεό μέσα στήν δόξα, στό φῶς;

Ἐδῶ ἔχουμε πλούσια πατερική παράδοση καί διδασκαλία. Κυρίως, αὐτό φάνηκε τόν 14ο αἰώνα μ.Χ. Κατ’ ἀρχάς τό συναντᾶμε καθαρά στούς Καππαδόκες Πατέρες, μετά διαβάζουμε τήν ἑρμηνευτική αὐτήν παράδοση στόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, πού ἔβλεπε τόν Θεό μέσα στό φῶς καί αὐτό ἐκφράσθηκε πάρα πολύ καθαρά τόν 14ο αἰώνα ἀπό τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέγει ὅτι οἱ ἅγιοι βλέπουν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ διά τῆς θεώσεώς τους. Δηλαδή, οἱ Μαθητές ἐπάνω στό ὄρος Θαβώρ «ἐνηλλάγησαν καί οὕτω τήν ἐναλλαγήν εἶδον», ὅπως γράφει καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, μεταμορφώθηκαν καί εἶδαν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε δηλαδή μεταμόρφωση τῶν Μαθητῶν καί μέθεξη τοῦ Φωτός.

Γιά νά γίνη κατανοητό αὐτό, τό τί θά πῆ μέθεξη τοῦ Φωτός, θά δώσω ἕνα παράδειγμα ἀπό τόν αἰσθητό κόσμο. Βγαίνουμε ἔξω τό πρωΐ πού ἔχει ἀνατείλει ὁ ἥλιος καί μποροῦμε νά δοῦμε ὅλα τά ἀντικείμενα πού ὑπάρχουν γύρω μας. Ἀκόμη, μποροῦμε νά δοῦμε τά ἀντικείμενα καί μέσα στό σπίτι μας, ὅταν ὑπάρχη ὄχι μόνον τό φῶς τοῦ ἥλιου, ἀλλά καί τό ἠλεκτρικό φῶς.

Ἡ ἐπιστήμη διδάσκει ὅτι, γιά νά δῆ κανείς τόν κόσμο, θά πρέπει νά ὑπάρχουν δύο στοιχεῖα: Πρῶτον τά φωτόνια, νά ὑπάρχουν φωτόνια μέσα σέ ἕνα δωμάτιο καί δεύτερον νά ὑπάρχη ὑγιής ὀφθαλμός, διότι πρέπει νά εἰσέλθουν μέσα στό μάτι τά φωτόνια, νά ἐρεθίσουν τόν ἀμφιβληστροειδῆ χιτώνα, τόν ὀφθαλμό ὁ ὁποῖος εἶναι ὑγιής καί αὐτός μετά νά μπορῆ νά δῆ τόν κόσμο. Ἐάν μέσα σέ ἕνα δωμάτιο δέν ὑπάρχουν φωτόνια, εἶναι ὅλο σκοτεινό, δέν ὑπάρχη οὔτε μιά μικρή ἀκτίνα, δέν μπορεῖ νά δῆ ὁ ἄνθρωπος ἔστω κι ἄν ἔχη ὑγιῆ ὀφθαλμό. Ἀλλά, καί ἄν ὁ ὀφθαλμός εἶναι κατεστραμμένος, καί τότε ἔρχεται μέσα τό φῶς, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά δῆ μέ τόν ἄρρωστο ὀφθαλμό.

Αὐτό εἶναι ἕνα παράδειγμα γιά νά δείξω ὅτι, ὅπως εἶναι τά φωτόνια, πού εἶναι κτιστά, εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια καί Χάρη τοῦ Θεοῦ καί ὅταν ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου εἶναι καθαρή, τότε αὐτή ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἔρχεται μέσα στήν καρδιά πού εἶναι σάν καθρέφτης καί διά τῆς καρδίας βλέπει κανείς τόν Θεό. Εἶναι αὐτό πού ψάλλουμε στήν Ἐκκλησία μας «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς». Δηλαδή, βλέπουμε τό φῶς, ζώντας μέσα στό φῶς, ἐν τῷ φωτί βλέπουμε τό φῶς.

Εἶναι ἡ ὡραιότατη εὐχή ἡ ὁποία λέγεται κάθε ἡμέρα στήν ἀκολουθία τῆς Πρώτης Ὥρας: «Χριστέ, τό φῶς τό ἀληθινόν, τό φωτίζον καί ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον, σημειω­θήτω ἐφ’ ἡμᾶς τό φῶς τοῦ προσώπου σου, ἵνα ἐν αὐτῷ ὀψόμεθα φῶς τό ἀπρόσιτον». Κύριε, Χριστέ μου, ἐσύ πού εἶσαι τό ἀληθινό φῶς καί φωτίζεις κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο, σέ παρακαλῶ νά σημειωθῆ ἐπάνω μας, δηλαδή νά φωτισθῆ μέσα ἡ καρδιά μας, θά λέγαμε, ἀπό αὐτό τό φῶς, ὥστε μέσα ἀπό αὐτό τό φῶς νά δοῦμε τό φῶς τό ἀπρόσιτο.

Ἑπομένως, ἡ θέα αὐτοῦ τοῦ ἀκτίστου Φωτός τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦ Θεοῦ, γινόταν καί στήν Παλαιά Διαθήκη διά τῆς μεθέξεως, δηλαδή διά τῆς θεώσεως. 

Αὐτή εἶναι μιά διαφορά ἡ ὁποία καταγράφηκε στόν διάλογο πού ἔγινε μεταξύ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τοῦ Βαρλαάμ. Ὁ Βαρλαάμ, πού ἦταν ἕνας σχολαστικός θεολόγος καί ὀπαδός μιᾶς παραδόσεως τοῦ σχολαστικισμοῦ, ὅπως εἶχε διαμορφωθῆ μέσα ἀπό βασικές ἀρχές τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου καί, ἑπομένως, εἶχε ἐπηρεασθῆ ἀπό τόν νεοπλατωνισμό, θεωροῦσε ὅτι ὅλα τά ἐκτός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἁπλῶς σύμβολα, κτιστά πράγματα, καί ὅτι τό εὐγενέστερο στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ λογική του. Δηλαδή, ἡ ψυχή ὑπῆρχε στόν ἀγέννητο κόσμο τῶν ἰδεῶν καί ἐξέπεσε ἀπό αὐτόν, καί γι’ αὐτό τιμωρήθηκε καί κλείσθηκε μέσα στό σῶμα, ὅμως θυμᾶται τόν κόσμο στόν ὁποῖο βρισκόταν προηγουμένως. Τό εὐγενέστερο στοιχεῖο τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ λογική καί διά τῆς λογικῆς ἐνθυμεῖται τόν ἀγέννητο κόσμο τῶν ἰδεῶν καί θέλει νά ἐπιστρέψη σέ αὐτόν.

Μέσα, λοιπόν, ἀπό αὐτήν τήν προοπτική ὁ Βαρλαάμ ἔλεγε ὅτι τό εὐγενέστερο στοιχεῖο τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ λογική. Καί, ἑπομένως, τόν Θεό θά τόν δῆ κανείς μέσα ἀπό τήν λογική καί ὄχι μέ τά ἐξωτερικά σχήματα. Καί ὅλα ὅσα εἶναι ἐξωτερικά καί οἱ Προφῆτες πού τά ἔβλεπαν ἐξωτερικά σάν σχήματα, ἦταν κτιστά πράγματα, δαιμονικά. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὅτι ὅ,τι ἔβλεπαν οἱ Προφῆτες «χείρω τῆς ἡμετέρας νοήσεως». Καί γι’ αὐτό θεωροῦσε ὅτι οἱ φιλόσοφοι ἦταν ἀνώτεροι ἀπό τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους.

Αὐτό ὅμως θεωρεῖται καί εἶναι αἵρεση τήν ὁποία ἀντιμετώπισε ἡ Ἐκκλησία καί αὐτό εἶναι καταγραμμένο στό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας, πού διαβάζουμε τήν πρώτη Κυριακή τῶν νηστειῶν. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἀνέπτυξε στήν διδασκαλία του ὅτι αὐτό πού ἔβλεπαν οἱ Προφῆτες δέν ἦταν κτιστό, ἦταν τό ἄκτιστο Φῶς τοῦ Θεοῦ καί αὐτό γινόταν ὄχι μέσα ἀπό τήν λογική, ἀλλά μέσα ἀπό τήν καθαρή καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, σύμφωνα μέ αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ. ε΄, 8).

Ἑπομένως, οἱ Προφῆτες ἔβλεπαν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, τό ἄκτιστο Φῶς τοῦ Θεοῦ, διά τῆς θεώσεώς τους, διά τῆς μεθέξεως, δηλαδή μετεῖχαν τοῦ Φωτός -αὐτό σημαίνει μέθεξης- μετεῖχαν τοῦ Φωτός δι’ ὅλης τῆς ὑπάρξεώς τους, τῆς καθαρῆς ὑπάρξεώς τους. Καί, φυσικά, οἱ Προφῆτες εἶχαν ἐμπειρία καί θεολογία ἀνώτερη ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν στοχαστῶν, τῶν φιλοσόφων τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος καί τῶν μετέπειτα πού ἦταν ἀπόρροια τῆς λογικῆς ἡ ὁποία στοχάζεται μέ τήν φαντασία.

Ἡ διαφορά μεταξύ τῆς θεοπτίας τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων

Τελικά, θά δοῦμε τήν διαφορά μεταξύ τῆς θεοπτίας τῶν Προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί τῆς θεοπτίας τῶν Ἀποστόλων τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Στήν Παλαιά Διαθήκη ὑπάρχει θεοπτία καί αὐτό γινόταν διά τῆς θεώσεώς τους, γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὅταν ἑρμηνεύη τά θέματα αὐτά, χρησιμοποιεῖ παραδείγματα καί τοῦ Προφήτου Μωϋσέως καί τοῦ Προφήτου Ἠλιού καί τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου καί τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, δηλαδή ἴδια εἶναι ἡ θεοπτία στούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους καί αὐτή γίνεται διά τῆς ἐμπειρίας, διά τῆς μεθέξεως. Ἡ διαφορά εἶναι ὅτι ἡ θεοπτία στήν Παλαιά Διαθήκη ἦταν τοῦ ἀσάρκου Λόγου, ἐνῶ ἡ θεοπτία στήν Καινή Διαθήκη εἶναι τοῦ σεσαρκωμένου Λόγου. Αὐτό σημαίνει ὅτι οἱ Ἀπόστολοι μετεῖχαν τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ πού προερχόταν ἀπό τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι πηγή τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦ Θεοῦ, καί ὅτι οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.

Ἔπειτα, παρά τό ὅτι οἱ θεόπτες στήν Παλαιά Διαθήκη ἔβλεπαν τόν Θεό μέσα στήν δόξα, ὅμως ὑπῆρχε ὁ θάνατος, γι’ αὐτό κατέβαιναν στόν Ἅδη, ἀλλά στόν Ἅδη δέν ἦταν τό ἴδιο μέ τούς ἄλλους οἱ ὁποῖοι ἦταν ἁμαρτωλοί. Ἐν πάσῃ περιπτώσει ὑπῆρχε ὁ θάνατος, δέν εἶχε ἀκόμη νικηθῆ ὁ θάνατος, γι’ αὐτό εἰσέρχονταν μέσα στό κράτος τοῦ θανάτου μέ ἕναν διαφορετικό τρόπο ἀπό ὅ,τι εἰσέρχονταν ὅλοι οἱ ἄλλοι.

Ἑπομένως, ὑπάρχει θεοπτία στήν Παλαιά Διαθήκη. Οἱ Προφῆτες ἔβλεπαν τόν ἄσαρκο Λόγο, τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὅραση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Αὐτό γίνεται διά τῆς μεθέξεως τοῦ ἀνθρώπου στήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Θεός τότε δίνει γνώση στόν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ γνώση ὑπέρ τήν γνώση, ὑπέρ τήν ἀνθρωπίνη γνώση καί αὐτή εἶναι ἡ αὐθεντική καί ἡ πραγματική θεολογία τῆς Ἐκκλησίας.

ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο Ο ΚΥΡΙΟΣ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ




Προφίλ

Οἱ ἐκδόσεις τῆς γυναικείας Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας) ἀπό τό 1982 ἐκδίδουν καί διακινοῦν σέ ὅλο τόν κόσμο τά βιβλία τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἱδρυτής καί πνευματικός πατέρας τῆς ἀδελφότητος.

Μάθετε περισσότερα...

banks
Login-iconLogin
active³ 5.5 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης