Ἡ πίστη τῶν ἁγίων

Ἡ πίστη τῶν ἁγίων

«οἵ διά πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας...» (Ἑβρ. ια´, 33)

Μετά τήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, οἱ ἅγιοι Πατέρες καθοδηγούμενοι ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, καθόρισαν νά ἑορτάζωνται οἱ ἅγιοι Πάντες, δηλαδή ὅλοι οἱ ἅγιοι πρό τοῦ νόμου, μετά τόν νόμο, πρό τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ, μετά τήν ἐνανθρώπηση, ἀφοῦ ὅλοι αὐτοί εἶχαν κοινωνία μέ τόν Χριστό.

  

Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅλοι οἱ ἅγιοι πού εἶχαν κοινωνία μέ τόν Χριστό, ἦταν καί εἶναι ἡ συνέχεια τῆς Πεντηκοστῆς, αὐτή ἡ ἴδια ἡ Πεντηκοστή μέσα στήν ἱστορία, ἀφοῦ ἡ ἀλήθεια περί τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἀνακάλυψη τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἀποκάλυψη τοῦ Ἴδιου τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Ὁ Ἀπόστολος Ἰούδας γράφει στήν καθολική του ἐπιστολή: «ἀνάγκην ἔσχον γράψαι ὑμῖν παρακαλῶν ἐπαγωνίζεσθαι τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ τοῖς ἁγίοις πίστει» (στ´, 3).

Ἔτσι ἐξηγεῖται ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ὅτι «οἱ ἅγιοι πάντες διά πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας...» (Ἑβρ. ια´, 33).

* * *

Συνήθως ἐμεῖς οἱ ἐκκοσμικευμένοι Χριστιανοί ἔχουμε τήν ἐντύπωση ὅτι πίστη εἶναι ἁπλῶς ἡ παραδοχή μερικῶν ἀληθειῶν (εἶναι καί αὐτό, ὅπως θά τονισθῆ πιό κάτω), ἕνα ἰδεολογικό σύστημα πού πρέπει νά παραδεχθοῦμε, χωρίς νά τό καταλαβαίνουμε ἤ ἀκόμη ἀφοῦ τό συλλάβουμε καί τό καταλάβουμε διανοητικά. Ὅμως, ἡ πίστη εἶναι κάτι βαθύτερο καί οὐσιαστικότερο.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δίνοντας τόν ὁρισμό τῆς πίστεως λέγει ὅτι «ἔστι δέ πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων» (Ἑβρ. ια´, 1). Τά κύρια γνωρίσματα τῆς πίστεως στόν ὁρισμό αὐτόν εἶναι τό «ὑπόστασις» καί τό «ἔλεγχος». Καί αὐτή ἡ ὑπόσταση καί ὁ ἔλεγχος, πέρα ἀπό κάθε ἄλλη ἑρμηνεία, εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός καί ἡ ἕνωση μαζί Του.

Ἀναλύοντας αὐτό τό χωρίο κάτω ἀπό τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων μποροῦμε νά δοῦμε τήν πραγματική σημασία τῆς πίστεως. Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος λέγει ὅτι «τελεία πίστις ἐστίν ὁ Χριστός». Ὁ δέ ἅγιος Μάξιμος ἐπιγραμματικά λέγει ὅτι «Χριστόν εἶναι φαμέν τήν ἐνυπόστατον πίστιν».

Μέ ἄλλα λόγια, ἡ πίστη δέν εἶναι κάτι τό ἀφηρημένο, ἀλλά ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Χριστό. Γι᾿ αὐτό ὁ Χριστιανισμός δέν μπορεῖ ποτέ νά χαρακτηρισθῆ σάν ἕνα ἰδεολογικό ἤ θρησκευτικό σύστημα, ἀλλά εἶναι ζωή ἐν Χριστῷ.

* * *

Ὅταν ὅμως οἱ Πατέρες λέγουν ὅτι ἡ πίστη εἶναι ὁ Χριστός δέν ἐννοοῦν ἁπλῶς ἕναν ἱστορικό Χριστό, δηλαδή τόν Χριστό τῆς ἱστορίας, ἀλλά μιά ζωντανή πραγματικότητα πού ὑπάρχει καί σήμερα καί τήν βιώνουμε μέσα στήν μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Βεβαίως, οἱ Πατέρες διακρίνουν δύο εἴδη πίστεως, τήν πίστη ἐκ θεωρίας καί τήν πίστη ἐξ ἀκοῆς.

Τήν πρώτη τήν ἔχουν μόνον οἱ δίκαιοι πού ἔχουν μιά ἐσωτερική κοινωνία μέ τόν Χριστό, ἐνῶ τήν δεύτερη μποροῦν νά τήν ἔχουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἡ πρώτη εἶναι τελεία, ἡ δεύτερη εἶναι εἰσαγωγική, μπορεῖ ὅμως νά ὁδηγήση τόν ἄνθρωπο καί στήν τελεία πίστη. Ἐμμένοντες στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, πού παραλάβαμε ἀπό τούς ἁγίους, μποροῦμε νά φθάσουμε καί στήν ἐσωτερική κοινωνία μέ τόν Χριστό καί νά ἀποκτήσουμε τήν τελεία πίστη. Πάντως, οἱ ἅγιοι Πατέρες ὑποστηρίζουν τήν μεγάλη ἀξία τῆς τελείας πίστεως.

Ἡ πίστη εἶναι ἕνωση μέ τόν Χριστό. Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή ἡ πίστη εἶναι «σχέσις δραστική τῆς ὑπέρ φύσιν ἀμέσου τοῦ πιστεύοντος πρός τόν πιστευόμενον Θεόν τελείας γνώσεως». Γι᾿ αὐτό ἀμέσως μετά τήν θεία Κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ ὁμολογοῦμε θριαμβευτικά: «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν... εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὑπογραμμίζει θεόπνευστα ὅτι «ἡ πίστις ὑπέρ νοῦν ὅρασίς ἐστιν». Ἡ πίστη εἶναι «νόησις καρδίας ὑπέρ πάσας τάς νοεράς ἐνεργείας», «γνῶσις πάντα λογισμόν ὑπερέχουσαν», «ὑπερφυής δύναμις». Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ἐκ πείρας βεβαιώνει ὅτι ἡ πίστη εἶναι «μέθη καί ἔκσταση». Τοῦ πιστοῦ ἀνθρώπου «ἐν βαθείᾳ μέθη βυθίζονται αἱ κινήσεις αὐτοῦ».

Ἀπό αὐτά φαίνεται ὅτι πίστη εἶναι κυρίως ἡ ζωή πού δρᾶ μέσα στόν ἄνθρωπο. Τότε ὅλη ἡ ὕπαρξη βεβαιώνει αὐτήν τήν ζωή. Ἡ καρδιά προσεύχεται, ὁ νοῦς ἠρεμεῖ, ἀποκτοῦμε βεβαιότητα ὅτι δέν θά πεθάνουμε ποτέ, γιατί ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι «ὑπερτέρα τῆς ζωῆς», εἶναι αὐτή ἡ ἴδια ἡ ζωή.

* * *

   

Ἑπομένως, ἡ πίστη δέν εἶναι μιά θεωρητική διδασκαλία, οὔτε ἕνα σύστημα ὑψηλῶν ἐννοιῶν πού πρέπει νά παραδεχθοῦμε. Μέ ἄλλα λόγια, δέν εἶναι μιά διανοητική θεωρία πού ἔχει ἡ Ἐκκλησία μας, ὅπως ἔχει κάθε ἄλλη θρησκεία. Ἡ πίστη εἶναι ζωή. Αὐτό σημαίνει ὅτι συνδέεται στενώτατα μέ ὅλο μας τό εἶναι καί δέν εἶναι ἀπόρροια τοῦ λογικοῦ καί τῆς σκέψεως, οὔτε θεωρητική ἀποδοχή μερικῶν διδασκαλιῶν. Αὐτή δέ ἡ ζωή, πού συνδέεται μέ τήν πίστη καί τήν ἐκφράζει, εἶναι ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δῆ τόν Χριστό καί ἑνωθῆ μαζί Του, τότε μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι πιστεύει στόν Χριστό. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ πάλι δέν εἶναι θεωρητικό καί φανταστικό γεγονός, ἀλλά πραγματικότητα πού τήν ζῆ ὁ Χριστιανός σέ τρεῖς εὐλογημένες καταστάσεις.

Πρῶτον, στήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Στό σημεῖο αὐτό δίνουμε τεράστια σημασία, γιατί «πνευματικότητα» πού δέν εἶναι συνέχεια καί συνέπεια τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν εἶναι δαιμονιώδης, σατανική.

Δεύτερον, στήν σύνδεσή μας μέ τά θεουργά μυστήρια. Εἶναι ἀπαύγασμα πατερικῆς σοφίας ὅτι μέσα στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μποροῦμε νά δοῦμε τόν Χριστό καί νά ζήσουμε τά Πάθη Του καί τήν ἁγία Του Ἀνάσταση. Ἑπομένως, μέσα στά μυστήρια ἀποκτοῦμε τήν ἀκράδαντη πίστη στόν Χριστό. Μέσα ἀπό κάθε θεία Κοινωνία ὁμολογοῦμε καί ἐμεῖς, ὅπως ὁ Θωμᾶς, «ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου» (Ἰω. κ´, 28).

Τρίτον, σέ μερικές στιγμές τῆς προσευχῆς ἀξιώνονται μερικοί εὐλογημένοι καί «χαριτωμένοι» ἄνθρωποι πού ἔχουν τίς κατάλληλες προϋποθέσεις, δηλαδή τήρησαν τίς ἐντολές καί ζοῦν στόν θεῖο ποταμό τῶν μυστηρίων, νά δοῦν τόν Χριστό καί αἰσθάνονται τότε προσωπική συνάντηση μαζί Του.

Ὅλα αὐτά δείχνουν ὅτι ἡ πίστη εἶναι ζωή. Ἐφαρμόζοντας τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ζώντας στά ἅγια μυστήρια καί ἀναπτύσσοντας τήν προσευχή, μποροῦμε νά δοῦμε τόν Χριστό καί νά πιστεύσουμε σέ Αὐτόν. Αὐτά προϋποθέτουν μετάνοια. Μόνον μέ τήν ἀληθινή μετάνοια μπορεῖ κανείς νά πιστεύση στόν Χριστό. Ἡ μετάνοια εἶναι ἀπαραίτητο στοιχεῖο τοῦ ὀρθοδόξου ἤθους. Πρέπει νά τονισθῆ ὅτι δέν ἔχει σημασία τόσο ἡ «συνέπεια» στίς ἀρχές μας ὅσο ἡ μετάνοια πού καθαρίζει τά μάτια γιά νά δοῦμε τόν Χριστό.

Ἑπομένως, δέν πρέπει ποτέ νά αἰσθανόμαστε σάν στρατευμένοι στήν πίστη, γιατί τότε νοιώθουμε τήν πίστη σάν κάτι τό ἐξωτερικό, ἀλλά κεκλημένοι νά μετανοήσουμε γιά νά ζήσουμε τήν πίστη. Ξέρουμε καλά ὅτι στήν Ἐκκλησία δέν μαθαίνουμε πῶς σώζονται οἱ ἄλλοι, ἀλλά πῶς σωζόμαστε ἐμεῖς.

* * *

Ἡ τελεία πίστη εἶναι ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Ἡ πίστη δέν εἶναι ἀπόρροια μιᾶς γνώσεως, γιατί τότε θά ἔπρεπε ὅλοι οἱ μορφωμένοι νά ἦταν πιστοί, καθώς ἐπίσης καί οἱ φιλόσοφοι. Ἡ πίστη δέν εἶναι ἕνα θεωρητικό σύστημα ἀληθειῶν, δέν εἶναι ἀκόμη ἡ τυπική παρακολούθηση μερικῶν ἀκολουθιῶν, ἀλλά ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Μέ ἄλλα λόγια ἡ πίστη δέν εἶναι μιά ἀνακάλυψη τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς, ἀλλά μιά ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Καί ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δέν ἔχουν τίς κατάλληλες προϋποθέσεις γιά νά δεχθοῦν τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, μπορεῖ κάθε μέρα νά συναναστρέφεται κανείς μέ ἕναν ἅγιο καί ὅμως νά μή τόν ἀναγνωρίζη, ὅπως γιά ἕναν τυφλό εἶναι ἀνύπαρκτη ἡ ὡραιότητα τοῦ κήπου. Ἑπομένως, ὅταν μιλᾶμε γιά ἀπουσία τοῦ Θεοῦ δέν ἐννοοῦμε τήν πραγματική ἀπουσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τήν ἰδέα τῆς ἀπουσίας πού ἐμεῖς ἔχουμε.

Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία λέμε ὅτι ὅλες οἱ ἀρετές εἶναι ἐνυπόστατες, δηλαδή συνδέονται μέ τόν Χριστό καί εἶναι ἀπόρροια τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Μέ ἄλλα λόγια ἡ δικαιοσύνη, ἡ εἰρήνη, ἡ ἀγάπη, ἡ πίστη, δέν εἶναι ἀφηρημένες ἀξίες καί ἰδέες, ἀλλά ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός. Ἐκεῖνος πού ζῆ μέ τόν Χριστό ἔχει πίστη, εἰρήνη, ἀγάπη, δικαιοσύνη κλπ. Ἑπομένως καί ἡ πίστη εἶναι θεῖο δῶρο πού δίνεται σέ αὐτόν πού ἀναζητᾶ τόν Χριστό μέ καθαρή καρδιά.

* * *

Αὐτά μᾶς βοηθοῦν νά κατανοήσουμε κάπως γιατί ἕνας ἀπό τούς τίτλους πού δόθηκαν στούς Χριστιανούς, τά πραγματικά μέλη τοῦ Χριστοῦ, πού ἔχουν κοινωνία μαζί Του εἶναι ὁ τίτλος «Πιστοί». Στήν θεία Λειτουργία τό βλέπουμε αὐτό. Αὐτοί πού ἑτοιμάζονται γιά νά βαπτισθοῦν λέγονται Κατηχούμενοι καί φωτιζόμενοι, καί αὐτοί πού βαπτίσθηκαν λέγονται φωτισθέντες καί Πιστοί. Ἔτσι ἔχουμε εὐχές τῶν Κατηχουμένων καί εὐχές τῶν Πιστῶν στήν θεία Λειτουργία.

Ἀπό αὐτό ξεκινοῦμε καί λέμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία προσεύχεται ἐπιστημονικά, δηλαδή γιά κάθε κατηγορία ἔχει εἰδικές εὐχές πού δέν πρέπει νά συγχέωνται. Ἔχει ἄλλη εὐχή γιά τούς πιστούς, ἄλλη γιά τούς αἱρετικούς, ἄλλη γιά τούς Κατηχουμένους, ἄλλη γιά τούς βαπτισθέντας ἁμαρτωλούς καί ἄλλη γιά τούς κεκοιμημένους ἁγίους. Ὅταν βαπτιζόμαστε καί ζοῦμε κατά τήν δωρεά τοῦ Βαπτίσματος, τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ὅταν δηλαδή εἴμαστε βεβαπτισμένοι καί βεβαιόπιστοι, τότε εἴμαστε πραγματικοί πιστοί καί ἔχουμε πραγματική ὀρθόδοξη πίστη.

Τό λυπηρό εἶναι ὅτι λεγόμαστε πιστοί, ἀλλά πολλοί ἀπό μᾶς ὄχι μόνον δέν ἔχουμε κοινωνία μέ τόν Χριστό (πίστη ἐκ θεωρίας), ἀλλά οὔτε καί γνωρίζουμε τίς ἀλήθειες πού ἀποκάλυψε ὁ Χριστός (πίστη ἐξ ἀκοῆς). Εἴμαστε κατηχούμενοι. Ἀγνοοῦμε βασικές διδασκαλίες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔχουμε τρομερή ἄγνοια καί συγχρόνως δέν ἔχουμε ἐπίγνωση τῆς ἀσθενείας μας καί οὔτε ζῆλο νά ζήσουμε τήν ἀλήθεια πού ἔχει ἡ Ἐκκλησία μας.

Οἱ ἅγιοι εἶχαν αὐτήν τήν πίστη καί γι᾿ αὐτό διέθεταν πολλές ἐσωτερικές δυνάμεις, ἔκαναν πολλά θαύματα, ἀνεδείχθησαν «ἰσχυροί ἐν πολέμῳ», «ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν» (Ἑβρ. ια´, 33-34) κλπ. Ἄς τούς παρακαλοῦμε νά πρεσβεύουν γιά μᾶς, γιά νά ἀποκτήσουμε αὐτήν τήν ζωντανή πίστη καί νά ἐπιτύχουμε τήν σωτηρία μας.

ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο Ὅσοι Πιστοί

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ




Προφίλ

Οἱ ἐκδόσεις τῆς γυναικείας Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας) ἀπό τό 1982 ἐκδίδουν καί διακινοῦν σέ ὅλο τόν κόσμο τά βιβλία τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἱδρυτής καί πνευματικός πατέρας τῆς ἀδελφότητος.

Μάθετε περισσότερα...

banks
Login-iconLogin
active³ 5.5 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης